26 / 03 / 2021

«Αναρωτιέμαι αν είμαι σκλάβα»: Οικιακές βοηθοί σε καθεστώς σύγχρονης δουλείας

Μαρτυρίες γυναικών που καλούνται να αντιμετωπίσουν την πανδημία, εγκλωβισμένες σε «αυτοπεριορισμό» μηνών.

Credits

Ρεπορτάζ:

Φωτογραφίες:

Επιμέλεια:

Tags:

«Πρέπει να κλείσω. Ξύπνησε το μωρό, πρέπει να του δώσω γάλα». Είναι λίγο μετά τις εννιά το βράδυ, μια καθημερινή στις αρχές Μαρτίου. Η Mary* μιλά χαμηλόφωνα και ζητά να διακόψουμε τη φωνητική κλήση στο WhatsApp. Κατάγεται από τη Σιέρα Λεόνε και εργάζεται ως νταντά στο σπίτι μιας οικογένειας στα βόρεια προάστια της Αθήνας. Το κλάμα του μωρού φθάνει στην άλλη πλευρά της σύνδεσης.

Χρειάστηκε να εγγυηθεί μια φίλη της, ώστε να πειστεί ότι μπορεί να μιλήσει χωρίς να έχει περισσότερα μπλεξίματα. Τους τελευταίους μήνες, λόγω της πανδημίας, είναι αναγκασμένη να βρίσκεται κλεισμένη στο σπίτι που εργάζεται. «Δεν μπορώ να βγω, γιατί θα χάσω τη δουλειά μου. Αναρωτιέμαι αν είμαι σκλάβα ή κάτι τέτοιο», έγραψε αργότερα το ίδιο βράδυ στο WhatsApp.

Το lockdown στην Αθήνα κρατά μήνες και πλήττει χειρότερα τους πιο ευάλωτους. Μετανάστριες που εργάζονταν ως οικιακές βοηθοί και babysitter έχασαν τη δουλειά τους. Αν δεν φοβούνταν οι εργοδότες τους για τη μετάδοση του κορονοϊού, διαμαρτύρονταν οι γείτονες «για τους ξένους που μπαινοβγαίνουν στα λεωφορεία και μετά στην πολυκατοικία».

Υπάρχει μια περισσότερο ευάλωτη κατηγορία γυναικών. Οι «εσωτερικές», που εξαναγκάζονται να μείνουν κλεισμένες στο σπίτι που εργάζονται, με τη δικαιολογία της εξάπλωσης των κρουσμάτων. Απαγορεύεται να βγουν μια βόλτα στο τετράγωνο ή να πάνε στο σούπερ μάρκετ. Είναι γυναίκες που  τους τελευταίους μήνες βρίσκονται στο όριο του τράφικινγκ.

Η Mary ζει δέκα χρόνια στην Αθήνα και από την αρχή έπιασε δουλειά ως οικιακή βοηθός και νταντά. «Βρήκα δουλειά μέσω πρακτορείων εργασίας», λέει. «Υπάρχει ένα στο Μαρούσι κι ένα κοντά στο Χίλτον». Τα πρακτορεία κρατούν ποσοστό από τη σύμβαση. Δεν γνωρίζει τι χρήματα έδωσε το αφεντικό της, γνωρίζει πόσο κρατείται από την ίδια. «Σε έναν μισθό 800-900 ευρώ, το πρακτορείο κρατά 350 ευρώ».

Πριν από αυτό, εργαζόταν σε άλλη οικογένεια. «Στο πρώτο lockdown, μού ζήτησαν να πάρω μια μέρα ρεπό. Όταν ξαναπήγα στο σπίτι, μου είπαν ότι είχαν βρει άλλη γυναίκα και αν δεν με πειράζει να σταματήσω. Με πλήρωσαν κι έφυγα», λέει η Mary. Δεν της το είπαν ευθέως, αλλά πιστεύει ότι ήταν πρόφαση. «Ξέρω ότι φοβούνται για την πανδημία».

Αριστερά: – Τι θα συμβεί αν ζητήσεις από το αφεντικό σου να βγεις για μία βόλτα; – Το έχω ανάγκη, στα αλήθεια, αλλά ποτέ δεν μου δίνει τον χρόνο. – Το έχεις ζητήσει; – Καλή ερώτηση. Της είπα: «Έχω τελειώσει τη δουλειά και δεν κάνω τίποτα από το να σε κοιτάζω. Μπορείς να με αφήσεις να κάνω μια βόλτα, έχω κουραστεί. Έχε μου εμπιστοσύνη». Είπε «όχι». Αναρωτιέμαι αν είμαι σκλάβα ή κάτι τέτοιο. Δεξιά: – Βγαίνω γύρω στις 4πμ. Έχω αϋπνίες. Περπατάω το πρωί που είναι ήσυχα και μετά επιστρέφω και κοιμάμαι για 1-2 ώρες. Έχει αλλάξει το πρόγραμμα για να μου το κάνει ακόμα πιο δύσκολο. – Σκέφτηκες να καλέσεις την Αστυνομία ή να ζητήσεις βοήθεια από κάποια οργάνωση; – Η Αστυνομία δεν μπορεί να βοηθήσει. Μίλησα με δικηγόρο. Θέλει να δει το συμβόλαιο με το πρακτορείο. – Μίλησες με το πρακτορείο; – Πήρα, αλλά καμία απάντηση. Θα καλέσω ξανά όταν είμαι ελεύθερη μέσα στη μέρα.

Η νέα της δουλειά φαινόταν καλή περίπτωση. Θα είχε ασφάλιση και θα ζούσε στο ισόγειο του σπιτιού μιας οικογένειας, που απέκτησε πρόσφατα μωρό. «Τον πρώτο καιρό, βγήκα πέντε φορές από το σπίτι και πριν γυρίσω, έπρεπε να κάνω τεστ Covid. Στο δεύτερο κύμα της πανδημίας τα ρεπό κόπηκαν. Δεν συζητάμε γι’ αυτό», έγραψε στο WhatsApp. «Τώρα είμαι αναγκασμένη να μείνω μέσα, διαφορετικά θα χάσω τη δουλειά μου».

«Είναι εξουθενωτικό. Σαν να είσαι σκλάβος. Ακόμη και τώρα που μιλάμε, είναι πρόβλημα. Απαγορεύεται».

Η επικοινωνία με τη Mary γίνεται μέσω WhatsApp και πάντα μετά τις εννιά το βράδυ, όταν τελειώνει τη δουλειά και πηγαίνει στο δικό της δωμάτιο. Όσα γράφει είναι πολύ φορτισμένα ― άλλες φορές η κουβέντα σταματά απότομα. Ένα βράδυ, πριν κλείσουμε, έστειλε ένα βίντεο από το δωμάτιό της. Φαίνονταν τα βιβλία που διαβάζει και οι σημειώσεις που κρατά σε ένα μεγάλο τετράδιο.

Η ίδια λέει ότι γνωρίζει και άλλες περιπτώσεις γυναικών στην Αθήνα, που βρίσκονται στην ίδια θέση.

– Γνωρίζεις άλλες γυναίκες στην Αθήνα που είναι κλεισμένες σε σπίτια; – Είμαι σε καλύτερη κατάσταση, μια φίλη μου δεν έχει βγει έστω μια μέρα. – Πόσες γυναίκες στην ίδια κατάσταση γνωρίζεις; – Δύο. Η μία έφυγε, δεν μπορούσε να συνεχίσει. – Τι σκέφτεσαι να κάνεις; – Θα περιμένω. Μετά θα πάω στο πρακτορείο και θα ζητήσω νέα δουλειά.

«Αόρατοι» άνθρωποι

Σε πρόσφατη μελέτη του Ιδρύματος Ρόζα Λούξεμπουργκ, με θέμα τις επιπτώσεις των μέτρων απαγόρευσης της πανδημίας στις οικιακές βοηθούς, υπάρχει η εκτίμηση ότι μία στις δύο μετανάστριες στην Ελλάδα εργάζεται στον χώρο παροχής φροντίδας και οικιακών υπηρεσιών. Πρόκειται για ένα από από τα υψηλότερα ποσοστά μεταξύ των χωρών της Ευρώπης, ωστόσο καμία δημόσια αρχή ή κρατική υπηρεσία στην Ελλάδα δεν φαίνεται να έχει την πραγματική εικόνα για τον αριθμό των γυναικών.

Το επιβεβαίωσαν στο Solomon εκπρόσωποι των Υπουργείων Μετανάστευσης και Εργασίας. Ανώτερο στέλεχος της Επιθεώρησης Εργασίας, που ζήτησε να μιλήσει ανώνυμα, επανέλαβε ότι δεν υπάρχει καμία εικόνα για τις οικιακές βοηθούς. «Δεν μπορούμε να κάνουμε ελέγχους σε σπίτια. Δεν κρατάμε στατιστικά, αλλά είναι ελάχιστες ή καλύτερα πολύ σπάνιες οι περιπτώσεις», είπε. «Οι περισσότερες, αν όχι όλες, εργάζονται ανασφάλιστες. Είναι μια συνθήκη που συμφέρει και τους δύο – εργοδότη και εργαζόμενο».

Στη μελέτη του Ιδρύματος Ρόζα Λούξεμπουργκ σημειώνεται ότι πολλές οικιακές βοηθοί είναι αυτήν τη στιγμή σε «αυτοπεριορισμό» μαζί με τους εργοδότες τους. «Είναι αποκομμένες από τα δίκτυα υποστήριξης και τους φίλους τους, ομάδες στις οποίες είχαν ούτως ή άλλως πρόσβαση μόνο στα ελάχιστα ρεπό τους κάποιες μέρες τον μήνα», αναφέρεται.

«Το γεγονός ότι αυτές οι λιγοστές σανίδες σωτηρίας έχουν ξαφνικά πάψει να υπάρχουν, μπορεί να έχει πολύ αρνητικό αντίκτυπο στην ψυχική υγεία των γυναικών που εργάζονται ως εσωτερικές – για να μη λογαριάσουμε την αδυναμία τους πλέον να ξεφύγουν από την ψυχολογική κακοποίηση ή τη σεξουαλική παρενόχληση που δέχονται από τους εργοδότες τους».

Τράφικινγκ ανθρώπων και οφσόρ

Η δικηγόρος Δανάη Αγγελή έκανε, ως ερευνήτρια του Ευρωπαϊκού Πανεπιστημιακού Ινστιτούτου (EUI) της Φλωρεντίας, την πιο ολοκληρωμένη έως σήμερα μελέτη με θέμα τις οικιακές βοηθούς στην Ελλάδα και το εμπόριο ανθρώπων. Στη μελέτη διαβάζουμε ότι στα αστυνομικά αρχεία 15ετίας (2000-2015) υπάρχει μόλις μία περίπτωση εμπορίας ανθρώπων στην οικιακή εργασία. Αφορούσε μια γυναίκα από την Αφρική, η οποία εργαζόταν σε κατοικία διπλωμάτη.

Ακόμη δύο υποθέσεις, όμως πριν το 2010, υπάρχουν σε έρευνα της Επιτροπής Εκκλησιών για τους Μετανάστες στην Ευρώπη (CCME). Στη μία από αυτές, κορίτσι από την Αιθιοπία εργαζόταν σε σπίτι οικογένειας Πακιστανού, στελέχους πολυεθνικής στην Αθήνα. Ο μισθός ήταν 110 δολάρια, τα οποία ποτέ δεν εισέπραξε κι επιπλέον η οικογένεια κράτησε τα ταξιδιωτικά της έγγραφα. Το κορίτσι έπεσε από το παράθυρο και τραυματίστηκε σοβαρά. Η οικογένεια υποστήριξε ότι ήταν ατύχημα, κατά τον καθαρισμό των τζαμιών.

Η κατάσταση φαίνεται να είναι κάπως καλύτερη για τις οικιακές βοηθούς από τις Φιλιππίνες, κυρίως λόγω της ισχυρής τους ένωσης, Kasapi. Η μελέτη της κας. Αγγελή, που επικαλείται μαρτυρίες μελών της Kasapi, αναφέρει ότι Φιλιππινέζες έρχονται στην Ελλάδα νόμιμα με βίζες, που όμως δεν σχετίζονται με την πραγματική τους εργασία ― αντίθετα, πολλές φορές δηλώνονται ως προσωπικό οφσόρ εταιρειών. Πρακτικά, αυτό σημαίνει πώς είναι δύσκολο να εντοπιστεί η ταυτότητα αυτού που τις προσλαμβάνει.

Η Γραμμή Πληροφόρησης για την Εμπορία Ανθρώπων 1109, μια πρωτοβουλία στην Ελλάδα της Α21, της διεθνούς ΜΚΟ κατά του τράφικινγκ, είπε στο Solomon ότι από την αρχή της πανδημίας του κορονοϊού, δεν υπάρχει καμία αναφορά οικιακής βοηθού που εξαναγκάζεται να μείνει κλεισμένη στο σπίτι.

Οι άνθρωποι της Γραμμής 1109 εξηγούν ότι στο πλαίσιο της εμπορίας ανθρώπων καταγράφεται η Μη Οικειοθελής Οικιακή Εργασία (Domestic Servitude). Πρέπει να υπάρχουν συγκεκριμένες ενδείξεις γι’ αυτό, για παράδειγμα παρακράτηση εγγράφων από τον εργοδότη, απαγόρευση εξόδου από το σπίτι χωρίς συνοδεία, απειλές, χρήση βίας ή ποινές σε περίπτωση που η οικιακή βοηθός ζητήσει να σταματήσει την εργασία.

Υπάρχει ένα νομικό κριτήριο, το οποίο όμως είναι κρίσιμο στις περιπτώσεις που μια οικιακή βοηθός εξαναγκάζεται να παραμείνει κλεισμένη στο σπίτι που εργάζεται. Το κριτήριο είναι η δυνατότητα να παραιτηθεί ή να φύγει από το σπίτι, και αυτό διαχωρίζει τις περιπτώσεις που εμπίπτουν στην εμπορία ανθρώπων από εκείνες που αφορούν παραβίαση της εργατικής νομοθεσίας. Το παραπάνω όριο, εξηγούν νομικοί, δεν είναι πάντα ευδιάκριτο, ακόμη και σε περιπτώσεις μεταναστριών που δεν έχουν νόμιμα χαρτιά.

Σύμφωνα με τη Γραμμή 1109, η εμπορία ανθρώπων είναι ένα έγκλημα πολύ καλά κρυμμένο και γι αυτό υπολογίζεται ότι μόνο το 1% των θυμάτων καταφέρνουν να διασωθούν. Έτσι λοιπόν και στην περίπτωση πιθανής Μη Οικειοθελούς Οικιακής Εργασίας είναι πολύ δύσκολο για τα θύματα να βρουν βοήθεια και να έρθει στο φως μια τέτοια υπόθεση, ώστε να καταγραφεί.

Η Jane

Η Jane Yianoi από την Κένυα ζει στην Ελλάδα 19 χρόνια και από την πρώτη μέρα εργάζεται ως οικιακή βοηθός και νταντά. Όταν ξέσπασε η πανδημία, εργαζόταν σε πέντε οικογένειες. Έναν χρόνο μετά, είναι ουσιαστικά άνεργη.

«Στο πρώτο lockdown, τρεις από τις οικογένειες με σταμάτησαν αμέσως, γιατί δεν μπορούσαν να παίρνουν το ρίσκο να μπαινοβγαίνω στο σπίτι τους. Είχαν παιδιά και εγώ ερχόμουν σε επαφή με άλλες οικογένειες», λέει στο Solomon, ενόσω καθόμαστε στην πλατεία Κολιάτσου στο κέντρο της Αθήνας, πολύ κοντά στο σπίτι της.

«Μόνο μία από τις πρώην εργοδότριές μου, όταν αισθάνεται ότι δεν μπορεί να πάρει ανάσα, με παίρνει τηλέφωνο: “Jane, μπορείς να μείνεις για λίγες ώρες με τα παιδιά, δεν αντέχω”. Θα χαρακτήριζα τη σχέση μας αμοιβαία οικογενειακή – δουλεύω εννιά χρόνια στο σπίτι τους. Μου λένε, “Εντάξει, Jane, προσπαθούμε να κάνουμε το καλύτερο για να σε κρατήσουμε μέχρι να περάσει η πανδημία, μπορούμε να σου προσφέρουμε αυτά και αν χρειάζεσαι κάτι άλλο, ενημέρωσέ μας”».

Το εισόδημα της έχει μειωθεί στο ¼ αυτού που είχε πριν την πανδημία. «Πληρώνω το νοίκι μου, ο ιδιοκτήτης είναι πολύ ευγενικός άνθρωπος. Μη ρωτάς για τη ΔΕΗ ή το ίντερνετ, αυτό έχει κοπεί. Πρέπει να πάω σούπερ μάρκετ, έχω ένα γιο 19 ετών και πρέπει να φάμε», λέει η Jane.

«Εγώ είμαι ίσως τυχερή, όμως βλέπω ανθρώπους που ζουν τρελά πράγματα. Κλαίνε, δεν μπορούν να τραφούν σωστά, κάποιοι έχουν χάσει τα σπίτια τους, άλλοι μένουν σε σπίτια χωρίς ηλεκτρικό, είναι τρελό», λέει. «Πώς είναι η κοινωνική μου ζωή; Βαρετή. Εντάξει, εγώ είμαι εσωστρεφής, έβγαινα για να περπατήσω ή να καθίσω σε ένα καφέ, αυτά μου λείπουν. Να καθίσω σε ένα καφέ, να χαλαρώσω και να βλέπω τους ανθρώπους γύρω μου. Όταν κάθεσαι στο σπίτι από το παράθυρο βλέπεις απέναντι έναν τοίχο, είναι καταθλιπτικό».

«Έναν χρόνο μετά το πρώτο lockdown, είμαστε στο σημείο μηδέν. Πίσω στον πάτο ενός άδειου μπουκαλιού».

Στην πλατεία Κολιάτσου έχει κόσμο και όλοι δείχνουν να βιάζονται. Μετανάστες, κυρίως άντρες, μας προσπερνούν και ανηφορίζουν προς την Κυψέλη. Η Πατησίων, παρά τα μέτρα περιορισμού της κίνησης, είναι μποτιλιαρισμένη. Ρωτάμε την Jane αν έχει φίλες οικιακές βοηθούς που βρίσκονται κλεισμένες στα σπίτια που εργάζονται.

«Έχω φίλες που είναι κλεισμένες για πολύ καιρό. Πολλές από τις οικογένειες που φροντίζουν, έχουν ηλικιωμένους και παιδιά και δεν θέλουν να πάρουν το ρίσκο, έτσι τους αρνούνται να βγουν από το σπίτι. Δεν είναι ζήτημα επιλογής. Αν θες να βγεις από το σπίτι, θα χάσεις τη δουλειά σου. Επιλέγουν να μείνουν μέσα, για να έχουν τουλάχιστον μία δουλειά».

H Jane πιστεύει ότι στην Ελλάδα θα έπρεπε να υπάρχει  μια ένωση που θα καλύπτει όλες τις οικιακές βοηθούς, γιατί, όπως λέει, στο τέλος της μέρας κανείς δεν τις αναγνωρίζει. Αυτό μπορεί να γίνει μέσω της δημιουργίας μιας πλατφόρμας-μητρώου, εξηγεί, μέσω της οποίας αρχικά θα γίνουν ορατές για το επίσημο κράτος.

«Όταν άκουσα τον πρωθυπουργό να ανακοινώνει το πρώτο lockdown, αισθάνθηκα ότι ήθελα να σπάσω την τηλεόραση. Γιατί μας ξεχνάς; Ποιος σκέφτεται τις γυναίκες που εργάζονται σε σπίτια και πρέπει να βγουν έξω;»

Η Jane λέει ότι αισθάνεται τυχερή που έχει κρατήσει επαφή έστω με μια από τις οικογένειες, στις οποίες εργαζόταν πριν την πανδημία. «Το πρόβλημα είναι οι γείτονες που με βλέπουν να μπαίνω στο σπίτι. Λένε ότι θα καλέσουν την Αστυνομία, ρωτούν “πώς έρχεται αυτή εδώ, αφού μπαίνει στο τρένο“».

«Πριν λίγες μέρες», λέει, «τα παιδιά των γειτόνων σταμάτησαν τα παιδιά του αφεντικού μου και τους είπαν ότι η Jane μεταφέρει τον κορονοϊό».


* Δεν αναφέρεται το πραγματικό όνομα, για λόγους προστασίας της πηγής.

Το άρθρο δημοσιεύεται στα πλαίσια της πολύμηνης δημοσιογραφικής έρευνας «Μετανάστευση και εργασία στην Ελλάδα τον καιρό του κορονοϊού» του Solomon, που υποστηρίζεται από το Rosa Luxemburg Stiftung – Office in Greece.

 

Είσαι θύμα εμπορίας ανθρώπων;

Έχεις πληροφορίες για κάποια πιθανή περίπτωση εμπορίας ανθρώπων;

24ωρη γραμμή: 1109

More to read

Στήριξε την ανεξάρτητη δημοσιογραφία!

Η ερευνητική δημοσιογραφία απαιτεί χρόνο και πόρους που δεν διαθέτουμε πάντα. Για να μπορέσουμε να συνεχίσουμε να ελέγχουμε την εξουσία και να ασκούμε πίεση, χρειαζόμαστε τη βοήθειά σας.