25 / 09 / 2023

Ποιος ωφελείται από τον αγώνα της Ε.Ε. κατά της παιδικής σεξουαλικής κακοποίησης;

Κορυφαίοι εμπειρογνώμονες προειδοποιούν: η πρόταση της Κομισιόν για την σάρωση του Διαδικτύου για υλικό παιδικής σεξουαλικής κακοποίησης θέτει σε κίνδυνο τα προσωπικά δεδομένα και δημιουργεί νέο -ανησυχητικό- προηγούμενο. Τώρα, μια πολύμηνη δημοσιογραφική έρευνα αποκαλύπτει διαπλοκή συμφερόντων γύρω από την προώθηση της νομοθετικής πρότασης, που φτάνει ως τα ανώτατα κλιμάκια της Κομισιόν.

Credits

Έρευνα:

Εικονογράφηση:

Tags:

Translations

Στις αρχές Μαΐου του 2022, λίγες ημέρες πριν δρομολογήσει μια από τις πιο αμφιλεγόμενες νομοθετικές προτάσεις που είδαν οι Βρυξέλλες εδώ και χρόνια, η Επίτροπος Εσωτερικών Υποθέσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Ίλβα Γιόχανσον, απέστειλε επιστολή στη Thorn, έναν αμερικανικό οργανισμό που ίδρυθηκε το 2012 απο τους αστέρες του κινηματογράφου Άστον Κούτσερ και Ντέμι Μουρ.

Η Thorn αναπτύσσει εργαλεία τεχνητής νοημοσύνης για την ανίχνευση εικόνων σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στο διαδίκτυο. Και η νομοθετική πρόταση της Γιόχανσον αποσκοπεί στην καταπολέμηση της διάδοσης τέτοιου είδους περιεχομένου στις εφαρμογές συνομιλιών.

«Έχουμε μοιραστεί πολλές στιγμές στο ταξίδι προς αυτή την πρόταση», γράφει η Σουηδή πολιτικός, σύμφωνα με αντίγραφο της επιστολής που απευθύνεται στην εκτελεστική διευθύντρια της Thorn, Τζούλι Κορντούα, το οποίο είδε το Solomon.

Η Γιόχανσον προτρέπει την Κορντούα να συνεχίσει την εκστρατεία υπέρ της ψήφισης της πρότασης: «Τώρα απευθύνομαι σε εσάς για να βοηθήσετε να διασφαλίσουμε ότι το λανσάρισμα θα είναι επιτυχές».

Τον Οκτώβριο, η εκστρατεία θα βρεθεί αντιμέτωπη με μια σημαντική δοκιμασία, όταν η πρόταση της Γιόχανσον -που έχει ήδη αποτελέσει αντικείμενο έντονης συζήτησης- τεθεί σε ψηφοφορία στην Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών (LIBE) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

Ο προτεινόμενος κανονισμός θα υποχρεώνει τις ψηφιακές πλατφόρμες -από το Facebook έως το Telegram, το Signal έως το Snapchat, το TikTok έως τα clouds και τους ιστότοπους διαδικτυακών παιχνιδιών- να εντοπίζουν στα συστήματά τους, αλλά και στις ιδιωτικές συνομιλίες των χρηστών, κάθε ίχνος υλικού σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών (Child Sexual Abuse Material, εφεξής CSAM) και να το αναφέρουν.

Θα εισάγει μια σύνθετη νομική αρχιτεκτονική που βασίζεται σε εργαλεία τεχνητής νοημοσύνης για τον εντοπισμό εικόνων, βίντεο και ομιλίας -τη λεγόμενη «σάρωση από την πλευρά του πελάτη»- που περιέχουν ίχνη σεξουαλικής κακοποίησης ή απόπειρας παρενόχλησης παιδιών.

Τη ρύθμιση χαιρέτησαν πολλές οργανώσεις παιδικής προστασίας. Ωστόσο, έχει προκαλέσει συναγερμό εξίσου στους υπέρμαχους της ιδιωτικής ζωής και τους ειδικούς της τεχνολογίας, οι οποίοι λένε ότι θα απελευθερώσει ένα νέο, γιγάντιο σύστημα παρακολούθησης, θέτοντας υπό απειλή τη χρήση της κρυπτογράφησης από άκρο σε άκρο, που αποτελεί σήμερα τον σημαντικότερο τρόπο διασφάλισης των ψηφιακών επικοινωνιών από αδιάκριτα βλέμματα.

Από το 2020, όταν και τον ενημέρωσε σχετικά, o κορυφαίος παρατηρητής της ΕΕ για την προστασία των δεδομένων, Βόιτσεκ Βιεβορόφσκι, είχε προειδοποιήσει την Γιόχανσον για τους κινδύνους που ελλοχεύουν στα σχέδια της.

«Σηματοδοτούν τη “διάβαση του Ρουβίκωνα” όσον αφορά τη μαζική παρακολούθηση των πολιτών της ΕΕ», δήλωσε ο Βιεβορόφσκι στα πλαίσια της παρούσας έρευνας. «Θα αλλάξουν ριζικά το διαδίκτυο και την ψηφιακή επικοινωνία όπως την ξέρουμε».

Kutcher_Johnasson
Ο Άστον Κούτσερ και η Ίλβα Γιόχανσον, από ανάρτηση στο Twitter της Επιτρόπου.

Η Γιόχανσον, ωστόσο, δεν πτοήθηκε. «Οι υπέρμαχοι της ιδιωτικής ζωής ακούγονται πολύ δυνατά», είπε τον Νοέμβριο του 2021. «Αλλά κάποιος πρέπει να μιλήσει και για τα παιδιά».

Μέσα από δεκάδες συνεντεύξεις, έγγραφα που αποτέλεσαν αντικείμενο διαρροής, και πληροφόρηση για τις εσωτερικές διαβουλεύσεις της Κομισιόν, η παρούσα έρευνα συνθέτει τα κομμάτια του παζλ μεταξύ των βασικών παραγόντων που χρηματοδοτούν και οργανώνουν την εκστρατεία υπέρ της πρότασης της Γιόχανσον, και των άμεσων δεσμών τους με την ίδια την Επίτροπο και της ομάδας αξιωματούχων της.

Πρόκειται για μια σύνθεση που έχει παράσχει σε συγκεκριμένα μέρη, οργανισμούς που αναπτύσσουν προϊόντα τεχνητής νοημοσύνης και ομάδες λόμπι -που απολαμβάνουν σημαντική οικονομική υποστήριξη- ένα αμφιλεγόμενο επίπεδο επιρροής στη διαμόρφωση της πολιτικής της ΕΕ.

Σύμφωνα με την Άρντα Γκέρκενς, πρώην διευθύντρια της παλαιότερης ευρωπαϊκής γραμμής επικοινωνίας για την καταγγελία διαδικτυακών CSAM, ο προτεινόμενος κανονισμός είναι σε μεγάλο βαθμό «επηρεασμένος από εταιρείες που προσποιούνται ότι είναι ΜΚΟ, αλλά ενεργούν περισσότερο σαν εταιρείες τεχνολογίας».

«Όμιλοι όπως η Thorn χρησιμοποιούν ό,τι μπορούν για να προωθήσουν αυτή τη νομοθεσία, όχι μόνο επειδή πιστεύουν ότι αυτός είναι ο δρόμος για την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης των παιδιών. Αλλά και επειδή έχουν εμπορικό συμφέρον να το κάνουν», συμπλήρωσε.

Οι επικριτές της νομοθετικής ρύθμισης υποστηρίζουν πως, εάν η ρύθμιση υπονομεύσει την κρυπτογράφηση, υπάρχει ορατός κίνδυνος να επιβάλλει νέες αδυναμίες στο απόρρητο των επικοινωνιών.

«Ποιος θα επωφεληθεί από τη νομοθεσία;» αναρωτιέται η Γκέρκενς. Και απαντά: «Όχι τα παιδιά».

«Βαθιά παραπλανητικές» διαβεβαιώσεις για προστασία της ιδιωτικής ζωής

Πρωταγωνιστής της πολυετούς αμερικανικής τηλεοπτικής σειράς That ’70s Show μέσω της οποίας έγινε γνωστός, ο 45χρονος Κούτσερ παραιτήθηκε από πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου της Thorn στα μέσα Σεπτεμβρίου, εν μέσω αναταραχής που ξέσπασε όταν ο ίδιος απευθύνθηκε εγγράφως σε δικαστή για να υποστηρίξει τον ηθοποιό (και συνάδελφό του στη σειρά), Ντάνι Μάστερσον, που στη συνέχεια καταδικάστηκε για βιασμό.

Μέχρι κι εκείνη τη στιγμή, ωστόσο, ο Κούτσερ αποτελούσε το πλέον αναγνωρίσιμο πρόσωπο μιας εκστρατείας για την απαλλαγή του Διαδικτύου από υλικό παιδικής σεξουαλικής κακοποίησης. Και για τον αστέρα του Χόλιγουντ, η πρόσβαση στα ανώτατα κλιμάκια των Βρυξελλών δεν υπήρξε ποτέ ζήτημα.

Στο μητρώο διαφάνειας της ΕΕ, η εταιρεία Thorn του Κούτσερ έχει καταχωρήσει συναντήσεις με ανώτερα μέλη των γραφείων των κορυφαίων αξιωματούχων της Κομισιόν που έχουν λόγο στην ασφάλεια ή την ψηφιακή πολιτική του μπλοκ, συμπεριλαμβανομένων της Γιόχανσον, της αντιμονοπωλιακής τσάρου Μαργκρέτε Βεστάγκερ, του αντιπροέδρου της Επιτροπής Μαργαρίτη Σχοινά, και του επιτρόπου εσωτερικής αγοράς Τιερί Μπρετόν.

Πρόσβαση της Thorn
Για τη Thorn, η πρόσβαση σε Ευρωπαίους αξιωματούχους δεν ήταν ποτέ πρόβλημα.

Τον Νοέμβριο του 2020, ήταν η σειρά της Προέδρου της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, η οποία συμμετείχε σε τηλεδιάσκεψη με τον Κούτσερ και μια οργάνωση που είναι καταχωρημένη στην μικρή πόλη Λίσσε, στην ολλανδική ακτή της Βόρειας Θάλασσας – την Παγκόσμια Συμμαχία WeProtect για την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στο διαδίκτυο.

Παρότι δηλωμένη στη βάση δεδομένων των λόμπι της ΕΕ ως φιλανθρωπική οργάνωση, η Thorn εμπορεύεται εργαλεία τεχνητής νοημοσύνης από το 2018. Για παράδειγμα, το υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας των ΗΠΑ έχει καταβάλει στη Thorn συνολικά 4,3 εκατ. δολάρια για άδειες χρήσης λογισμικού.

Τα εργαλεία αυτά χρησιμοποιούνται από εταιρείες όπως οι Vimeo, Flickr και OpenAI (δημιουργός του chatbot ChatGPT, ενός εκ των πολλών προϊόντων στον τομέα της πληροφορικής στα οποία έχει επενδύσει ο Κούτσερ), καθώς και από υπηρεσίες επιβολής του νόμου σε όλο τον κόσμο.

Τον Νοέμβριο του 2022, ο Κούτσερ και η Γιόχανσον υπήρξαν βασικοί ομιλητές σε σύνοδο κορυφής που διοργάνωσε και συντόνισε η αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, Εύα Καϊλή, η οποία μόλις ένα μήνα αργότερα συνελήφθη και καθαιρέθηκε στο πλαίσιο της έρευνας για το σκάνδαλο Qatargate.

Η αφίσα από την εκδήλωση που διοργάνωσε η Εύα Καϊλή με τη συμμετοχή του Άστον Κούτσερ.

Τον Μάρτιο του τρέχοντος έτους, ο Κούτσερ απευθύνθηκε σε Ευρωβουλευτές στις Βρυξέλλες, προσπαθώντας να κατευνάσει τις ανησυχίες σχετικά με την πιθανή κατάχρηση των δυνατοτήτων που προσφέρει η τεχνολογία εντοπισμού στο μέλλον. Υποστήριξε πως η τεχνολογία μπορεί να ανιχνεύει ύποπτο υλικό χωρίς να παραβιάζει την ιδιωτική ζωή, ισχυρισμό που η Ευρωπαϊκή Ένωση Ψηφιακών Δικαιωμάτων (EDRi) χαρακτήρισε «βαθιά παραπλανητικό».

Στα πλαίσια της πολύμηνης δημοσιογραφικής έρευνας, η Κομισιόν δεν έδειξε προθυμία να διασαφηνίσει τη σχέση μεταξύ Thorn και της ομάδας αξιωματούχων της Επιτρόπου Γιόχανσον. Η Κομισιόν αρνήθηκε επίσης να διαθέσει την απάντηση της Cordua στην επιστολή της Γιόχανσον τον Μάιο του 2022, ή μια σελίδα «πολιτικής» που μοιράστηκε με το υπουργικό συμβούλιο της Γιόχανσον η Thorn μετά την δημοσιοποίηση της νομοθετικής πρότασης, επικαλούμενη τη θέση της εταιρείας πως «η αποκάλυψη των πληροφοριών που περιέχονται σε αυτήν θα υπονόμευε τα εμπορικά συμφέροντα του οργανισμού».

Μετά από εννέα μήνες άσκησης πίεσης από τους δημοσιογράφους σχετικά με την πρόσβαση σε έγγραφα και την παρέμβαση του Ευρωπαϊκού Διαμεσολαβητή, στις αρχές Σεπτεμβρίου η Κομισιόν έδωσε τελικά στη δημοσιότητα ελάχιστα έγγραφα από τις ηλεκτρονικές συνομιλίες μεταξύ της Γενικής Διεύθυνσης Μετανάστευσης και Εσωτερικών Υποθέσεων της Γιόχανσον και της Thorn.

Τα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου αποκαλύπτουν μια συνεχή και στενή σχέση εργασίας μεταξύ των δύο πλευρών κατά τους μήνες που ακολούθησαν την παρουσίαση της πρότασης CSAM, με την Κομισιόν να διευκολύνει επανειλημμένα την πρόσβαση της Thorn σε κρίσιμους χώρους λήψης αποφάσεων, στους οποίους συμμετείχαν υπουργοί και εκπρόσωποι κρατών-μελών της ΕΕ.

Ο Ευρωπαϊκός Διαμεσολαβητής εξετάζει την άρνηση της Κομισιόν να χορηγήσει πρόσβαση σε πλήθος άλλων εσωτερικών εγγράφων που αφορούν την πρόταση της Γιόχανσον.

Τα emails μαρτυρούν μια στενή σχέση επικοινωνίας ανάμεσα σε Thorn και το επιτελείο της Γιόχανσον.

Η FGS Global, μια μεγάλη εταιρεία λόμπι που προσελήφθη από την Thorn για να την εκπροσωπεί στις Βρυξέλλες και έλαβε 600.000 ευρώ μόνο για το 2022, μετέφερε την άρνηση της Thorn να απαντήσει σε ερωτήματα. Η Γιόχανσον επίσης δεν απάντησε σε αιτήματα για συνέντευξη.

Η εμφάνιση της WeProtect

Ανάμεσα στα ελάχιστα ίχνη των δραστηριοτήτων της Thorn στο μητρώο διαφάνειας των λόμπι της ΕΕ βρίσκεται μια εισφορά 219.000 ευρώ, το 2021, στην Παγκόσμια Συμμαχία WeProtect. Πρόκειται για την οργάνωση που συμμετείχε στην τηλεδιάσκεψη με τον Κούτσερ και την φον ντερ Λάιεν στα τέλη του 2020.

Η WeProtect είναι απότοκος δύο προηγούμενων κυβερνητικών πρωτοβουλιών – η μία συνιδρύθηκε από την Κομισιόν και τις Ηνωμένες Πολιτείες και η άλλη από τη Βρετανία.  

Συγχωνεύτηκαν το 2016 και, τον Απρίλιο του 2020, καθώς αναπτύσσεται η δυναμική της νομοθετικής πρωτοβουλίας για την CSAM με την τεχνολογία σάρωσης από την πλευρά του πελάτη, η WeProtect μετατράπηκε από χρηματοδοτούμενη από τη βρετανική κυβέρνηση οντότητα σε ενα υποθετικά ανεξάρτητο «ίδρυμα».

Στα μέλη της περιλαμβάνονται ισχυρές υπηρεσίες ασφαλείας, κυβερνήσεις, στελέχη της Μεγάλης Τεχνολογίας, ΜΚΟ, και ένας από τους πλέον υψηλόβαθμους αξιωματούχους του επιτελείου της Γιόχανσον, ο Αντόνιο Λαμπραντόρ Χιμένεθ, ο οποίος ηγείται της ομάδας της Κομισιόν που έχει αναλάβει την καταπολέμηση της CSAM.

Λίγα λεπτά μετά την παρουσίαση του προτεινόμενου κανονισμού τον περασμένο Μάιο, ο Λαμπραντόρ Χιμένεθ έστειλε μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στους συναδέλφους του στην Κομισιόν: «Η ΕΕ δεν αποδέχεται ότι τα παιδιά δεν μπορούν να προστατευτούν, και να γίνονται θύματα πολιτικών που θέτουν οποιεσδήποτε άλλες αξίες ή δικαιώματα πάνω από την προστασία τους, όποιες κι αν είναι αυτές».

Είπε ότι ανυπομονούσε να «δει πολλούς από εσάς στις Βρυξέλλες κατά τη διάρκεια της συνόδου κορυφής της Παγκόσμιας Συμμαχίας WeProtect» τον επόμενο μήνα.

Ο Λαμπραντόρ Χιμένεθ εντάχθηκε στο Συμβούλιο Πολιτικής της WeProtect τον Ιούλιο του 2020, αφού η Κομισιόν αποφάσισε να συμμετάσχει και να τη χρηματοδοτήσει ως «τον κεντρικό οργανισμό για τον συντονισμό και τον εξορθολογισμό των παγκόσμιων προσπαθειών και των κανονιστικών βελτιώσεων» στον αγώνα κατά της CSAM. Έγγραφα της ίδιας της We Protect, ωστόσο, δείχνουν ότι ο Χιμένεθ συμμετέχει στο εκτελεστικό όργανο της οργάνωσης από το 2019.

Στα πλαίσια της παρούσας έρευνας, η Κομισιόν δήλωσε ότι ο Λαμπραντόρ Χιμένεθ «δεν λαμβάνει κανενός είδους αποζημίωση για τη συμμετοχή του στο διοικητικό συμβούλιο της παγκόσμιας συμμαχίας WeProtect και εκτελεί αυτή τη λειτουργία στο πλαίσιο των καθηκόντων του στην Κομισιόν».

Η θέση του Λαμπραντόρ Χιμένεθ στο διοικητικό συμβούλιο της WeProtect εγείρει σοβαρά ερωτήματα για το πώς η Κομισιόν χρησιμοποιεί τη συμμετοχή της στην οργάνωση για να προωθήσει την πρόταση της Γιοχάνσον.

Όταν ο Λαμπραντόρ Χιμένεθ ενημέρωσε τα υπόλοιπα μέλη του διοικητικού συμβουλίου της WeProtect σχετικά με τον προτεινόμενο κανονισμό τον Ιούλιο του 2022, τα πρακτικά από τη συνάντηση δείχνουν ότι «το Διοικητικό Συμβούλιο συζήτησε την επικοινωνιακή στρατηγική για την νομοθεσία».

Ο ίδιος έχει διαδραματίσει κεντρικό ρόλο στη σύνταξη και προώθηση του κανονισμού της Γιόχανσον, της ίδιας δηλαδή πρότασης για την οποία η WeProtect διεξάγει ενεργή εκστρατεία με χρηματοδότηση από την ΕΕ. 

Την ίδια στιγμή μαζί του, στο διοικητικό συμβούλιο της WeProtect, βρίσκεται η Τζούλι Κορντούα της Thorn, καθώς και κυβερνητικοί αξιωματούχοι από τις ΗΠΑ και τη Βρετανία [η τελευταία επιδιώκει επί του παρόντος το δικό της νομοσχέδιο για την ασφάλεια στο διαδίκτυο], την Interpol, και η συνταγματάρχης των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, Dana Humaid Al Marzouqi, η οποία προεδρεύει ή συμμετέχει σε πολυάριθμες διεθνείς αστυνομικές ομάδες εργασίας.

Η χρηματοδότηση της WeProtect από ευρωπαϊκούς πόρους.

Η Γενική Διεύθυνση της Γιόχανσον χορήγησε σχεδόν 1 εκατ. ευρώ στην WeProtect για τη διοργάνωση της συνόδου κορυφής του Ιουνίου 2022 στις Βρυξέλλες. Η σύνοδος ήταν αφιερωμένη στην καταπολέμηση της CSAM και σε δραστηριότητες για την ενίσχυση της συνεργασίας των αρχών επιβολής του νόμου.

Η WeProtect δεν απάντησε σε ερωτήσεις σχετικά με τη χρηματοδότησή της από την Κομισιόν, ή για το κατά πόσο οι δράσεις της διαμορφώνονται από τις κυβερνήσεις και τους ενδιαφερόμενους φορείς που συμμετέχουν στο συμβούλιο πολιτικής της.

Σε σχόλιο της, αναφέρει ότι διοικείται «από ένα πολυμερές Παγκόσμιο Συμβούλιο Πολιτικής», τα μέλη του οποίου «περιλαμβάνουν εκπροσώπους χωρών, διεθνών οργανισμών και οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών, καθώς και της τεχνολογικής βιομηχανίας».

Η χρηματοδότηση

Ένα άλλο μέλος του διοικητικού συμβουλίου της WeProtect είναι ο Ντάγκλας Γκρίφιθς. 

Πρώην στέλεχος του υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ, ο Γκρίφιθς είναι σήμερα πρόεδρος του Oak Foundation, μιας ομάδας φιλανθρωπικών οργανισμών σε όλο τον κόσμο –και έδρα τη Γενεύη– που παρέχουν επιχορηγήσεις «για να κάνουν τον κόσμο ένα ασφαλέστερο, δικαιότερο και πιο βιώσιμο μέρος για να ζει κανείς».

Το Oak Foundation έχει παράσχει στην WeProtect «γενναιόδωρη υποστήριξη για στρατηγικές επικοινωνίες», σύμφωνα με τις οικονομικές καταστάσεις της WeProtect.

Από τις ετήσιες οικονομικές εκθέσεις του Oak Foundation, είναι σαφής η μακροπρόθεσμη δέσμευση υποστήριξης ΜΚΟ που μάχονται την παιδική κακοποίηση. Χρηματοδοτεί επίσης το στενά συνδεδεμένο δίκτυο οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών και ομάδων πίεσης που προωθούν τον προτεινόμενο κανονισμό της Γιόχανσον, πολλές από τις οποίες έχουν συμβάλει στη δημιουργία μιας οντότητας-ομπρέλας που ονομάζεται Ευρωπαϊκή Ομάδα Προώθησης της Νομοθεσίας για τη Σεξουαλική Κακοποίηση του Παιδιού (ECLAG).

Η ECLAG, η οποία εγκαινίασε τον ιστότοπό της λίγες εβδομάδες μετά την ανακοίνωση της πρότασης της Γιόχανσον τον Μάιο του 2022, λειτουργεί ως πλατφόρμα συντονισμού για τις πιο ενεργές οργανώσεις που συνηγορούν υπέρ της πρότασης της Γιόχανσον. Στη διευθύνουσα επιτροπή της περιλαμβάνονται η Thorn και πλήθος γνωστών οργανώσεων για τα δικαιώματα των παιδιών, όπως οι ECPAT, Eurochild, Missing Children Europe, Internet Watch Foundation και Terre des Hommes.

Ένα ακόμη μέλος, το Brave Movement, δημιουργήθηκε τον Απρίλιο του 2022, ένα μήνα πριν από την εφαρμογή του κανονισμού της Γιόχανσον, χάρη σε μια συνεισφορά 10 εκατ. δολαρίων από το Oak Foundation στο Together for Girls, μια ΜΚΟ με έδρα τις ΗΠΑ που καταπολεμά τη σεξουαλική βία κατά των παιδιών.

Το 2019, το Oak Foundation παρείχε 5 εκατ. δολάρια στην Thorn. Το 2021, διέθεσε επιπλέον 250.000 δολάρια στην Thorn για να ενισχύσει τον συντονιστικό της ρόλο στις Βρυξέλλες, με στόχο τη διασφάλιση ότι «οι όποιες νομοθετικές λύσεις και μέσα προέρχονται από την ΕΕ θα βασίζονται και θα ενισχύουν το υπάρχον οικοσύστημα παγκόσμιων φορέων που εργάζονται για την προστασία των παιδιών στο διαδίκτυο».

Το 2020, το Oak Foundation έδωσε 350.000 δολάρια στην ECPAT για να εμπλέξει «τους φορείς χάραξης πολιτικής ώστε να συμπεριλάβουν τα συμφέροντα των παιδιών στις αναθεωρήσεις του νόμου για τις ψηφιακές υπηρεσίες και στον αντίκτυπο της κρυπτογράφησης από άκρο σε άκρο». 

Το OAK Foundation έχει διαθέσει συνολικά πάνω από 24 εκατ. ευρώ στο πλέγμα των οργανώσεων.

Την ίδια χρονιά, ενέκρινε επιχορήγηση ύψους 990.000 δολαρίων στην Eurochild, έναν άλλο συνασπισμό ΜΚΟ που διεξάγει εκστρατείες για τα δικαιώματα των παιδιών στις Βρυξέλλες, ενώ το 2022 το ίδρυμα χορήγησε στην ECPAT ένα τριετές πακέτο χρηματοδότησης ύψους 2,79 εκατομμυρίων δολαρίων «για να διασφαλίσει ότι τα δικαιώματα των παιδιών θα τεθούν στο επίκεντρο των διαδικασιών ψηφιακής πολιτικής στην Ευρωπαϊκή Ένωση». 

Η παγκόσμια συμμαχία WeProtect έλαβε 2,33 εκατομμύρια δολάρια, επίσης για τρία χρόνια, «για να φέρει σε επαφή κυβερνήσεις, τον ιδιωτικό τομέα, την κοινωνία των πολιτών και διεθνείς οργανισμούς για την ανάπτυξη πολιτικών και λύσεων που προστατεύουν τα παιδιά από τη σεξουαλική εκμετάλλευση και κακοποίηση στο διαδίκτυο».

Σε απάντησή του σε ερωτήματα που απευθύναμε, το Oak Foundation δήλωσε ότι «δεν υποστηρίζει προτεινόμενη νομοθεσία ούτε εργάζεται για τις λεπτομέρειες αυτών των συστάσεων πολιτικής».

Δεν απάντησε σε συγκεκριμένα ερωτήματα σχετικά με τις επιπτώσεις που θα επέφερε η ρύθμιση της Γιόχανσον στα δικαιώματα προστασίας της ιδιωτικής ζωής. 

Ένας εκπρόσωπος δήλωσε ότι το ίδρυμα υποστηρίζει οργανισμούς που «υποστηρίζουν νέες πολιτικές, με ιδιαίτερη έμφαση στην ΕΕ, τις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο, όπου υπάρχουν ευκαιρίες να δημιουργηθεί προηγούμενο για άλλες κυβερνήσεις».

«Διαίρει και βασίλευε»

Τα εσωτερικά έγγραφα συνηγορίας του Brave Movement περιγράφουν μια ολοκληρωμένη στρατηγική για την αξιοποίηση των φωνών των επιζώντων σεξουαλικής κακοποίησης, με σκοπό την προώθηση της πρότασης της Γιόχανσον στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες και, κυρίως, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Η οργάνωση απολαμβάνει αξιοσημείωτη πρόσβαση στο περιβάλλον της Γιόχανσον. Στα τέλη Απριλίου του 2022, φιλοξένησε την Επίτροπο σε μια διαδικτυακή «Παγκόσμια Σύνοδο Κορυφής Επιζώντων» – ένα σπάνιο κατόρθωμα στη φούσκα των Βρυξελλών, για μια οργάνωση που εμφανίστηκε μόλις λίγες εβδομάδες νωρίτερα.

Ένα εσωτερικό έγγραφο στρατηγικής, από τον Νοέμβριο του 2022, δεν αφήνει καμία αμφιβολία για τον ρόλο της οργάνωσης στη συγκέντρωση υποστήριξης για την πρόταση της Γιόχανσον.

«Ο κύριος στόχος της κινητοποίησης του Brave Movement γύρω από αυτή την προτεινόμενη νομοθεσία είναι να τη δούμε να ψηφίζεται και να εφαρμόζεται σε ολόκληρη την ΕΕ», αναφέρεται.

«Εάν η νομοθεσία αυτή υιοθετηθεί, θα δημιουργήσει ένα θετικό προηγούμενο για άλλες χώρες… τις οποίες θα καλέσουμε να ακολουθήσουν με παρόμοια νομοθεσία».

Τον Απρίλιο του τρέχοντος έτους, το Brave Movement διοργάνωσε μια «Ημέρα Δράσης» έξω από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Επιζώντες παιδικής σεξουαλικής κακοποίησης στο διαδίκτυο συγκεντρώθηκαν «για να απαιτήσουν από τους ηγέτες της ΕΕ να είναι γενναίοι και να δράσουν για την προστασία εκατομμυρίων παιδιών που κινδυνεύουν από τη βία και το τραύμα που αντιμετωπίζουν», ενώ στη φωτογράφιση συμμετείχε η ίδια η Γιόχανσον.

Η Επίτροπος Γιόχανσον έδωσε το παρών στην Ημέρα Δράσης του Be Brave έξω από το Ευρωκοινοβούλιο.

Οι επιζώντες μιας τέτοιας κακοποίησης είναι κλειδί για τη στρατηγική του Brave Movement να κερδίσει ευρωβουλευτές με επιρροή.

«Μόλις συσταθεί η ειδική ομάδα εργασίας για τους επιζώντες της ΕΕ και είναι ξεκάθαρο ποιοι είναι οι κινητοποιημένοι επιζώντες, θα καταρτίσουμε έναν κατάλογο που θα αντιστοιχίζει τους υπεύθυνους επιζώντες με τους ευρωβουλευτές — θα “μοιράσουμε και θα κατακτήσουμε” τους ευρωβουλευτές αναπτύσσοντας κατά προτεραιότητα επιζώντες από τις χώρες καταγωγής των ευρωβουλευτών», αναφέρει η στρατηγική τους.

Ο συντηρητικός Ισπανός ευρωβουλευτής Χαβιέρ Ζαρζαλέχος, επικεφαλής διαπραγματευτής για το θέμα στο ευρωκοινοβούλιο, έχει σύμφωνα με το Brave Movement ήδη ζητήσει «ισχυρή κινητοποίηση των επιζώντων σε χώρες-κλειδιά, όπως η Γερμανία».

Οι δεσμοί του Brave Movement με τη Γενική Διεύθυνση Μετανάστευσης και Εσωτερικών Υποθέσεων (HOME) είναι ακόμη βαθύτεροι: η υπεύθυνη της εκστρατείας για την Ευρώπη, Τζέσικα Έιρι, εργάστηκε σε θέματα επικοινωνίας για τη Γενική Διεύθυνση μεταξύ Οκτωβρίου 2022 και Φεβρουαρίου 2023, προωθώντας τον κανονισμό της Γιόχανσον.

Σύμφωνα με το προφίλ της στο LinkedIn, η Έιρι συνεργάστηκε «στενά με την ομάδα πολιτικής που ανέπτυξε τη νομοθεσία [για τις εικόνες σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών] στη Δ.4 [όπου εργάζεται ο Λαμπραντόρ Χιμένεθ] και με συνεργάτες όπως η Thorn».

Επίσης, «συνεργάστηκε οριζόντια με ευρωβουλευτές, την παγκόσμια συμμαχία WeProtect, το EPCAT».

Ερωτηθείσα σχετικά με πιθανή σύγκρουση συμφερόντων από την εργασία της Έιρι για το Brave Movement στον ίδιο νομοθετικό φάκελο, η Κομισιόν απάντησε ότι η Έιρι είχε διοριστεί ως ασκούμενη και επομένως δεν χρειαζόταν επίσημη άδεια. Είπε, ωστόσο, ότι «οι ασκούμενοι πρέπει να τηρούν αυστηρή εμπιστευτικότητα όσον αφορά όλες τις γνώσεις που αποκτώνται κατά τη διάρκεια της άσκησής τους. Απαγορεύεται αυστηρά η μη εξουσιοδοτημένη αποκάλυψη μη δημόσιων εγγράφων ή πληροφοριών, με την υποχρέωση αυτή να εκτείνεται και πέραν της περιόδου πρακτικής άσκησης».

Το Brave Movement δήλωσε ότι είναι «υπερήφανο για τις ποικίλες συμμαχίες που έχουμε δημιουργήσει και την ομάδα εμπειρογνωμόνων που έχουμε προσλάβει, ανοιχτά, για την επίτευξη των στρατηγικών μας στόχων», επισημαίνοντας ότι μόνο πέρυσι μια τηλεφωνική γραμμή για την ασφάλεια στο διαδίκτυο έλαβε 32 εκατ. αναφορές περιεχομένου σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών.

Το Brave Movement έχει επιστρατεύσει την υποστήριξη εμπειρογνωμόνων: η στρατηγική υπεράσπισής του συντάχθηκε από τη βρετανική εταιρεία συμβούλων Future Advocacy, ενώ η «εργαλειοθήκη» του, η οποία αποσκοπεί στην ενίσχυση της υποστήριξης «για μια ολοκληρωμένη νομοθεσία που προστατεύει τα παιδιά» στην ΕΕ, γράφτηκε με την βοήθεια της Purpose, μιας εταιρεία συμβούλων της οποίας το ευρωπαϊκό παράρτημα ελέγχεται από τη γαλλική Capgemini SE, έναν «παγκόσμιο ηγέτη στη συμβουλευτική, τις τεχνολογικές υπηρεσίες και τον ψηφιακό μετασχηματισμό» σύμφωνα με την ιστοσελίδα της εταιρείας.

Η Purpose εξειδικεύεται στο σχεδιασμό εκστρατειών για οργανισμούς του ΟΗΕ και παγκόσμιες εταιρείες, χρησιμοποιώντας «την κινητοποίηση του κοινού και την αφήγηση ιστοριών» για να «αλλάξουν οι πολιτικές και οι δημόσιες αφηγήσεις».

Από το 2022, το Oak Foundation έχει διαθέσει στην Purpose επιχορηγήσεις ύψους 1,9 εκατ. δολαρίων για να «βοηθήσει να γίνει το διαδίκτυο ασφαλέστερο για τα παιδιά».

Από τον Απρίλιο του 2022, οι εκπρόσωποι της Purpose συναντώνται τακτικά με την ECLAG -το δίκτυο των ομάδων της κοινωνίας των πολιτών και των εταιρειών λόμπινγκ – για να βελτιώσουν μια πανευρωπαϊκή στρατηγική επικοινωνίας.

Έγγραφα στα οποία απέκτησε πρόσβαση η παρούσα έρευνα δείχνουν ότι συναντήθηκαν επίσης με μέλη της ομάδας της Γιόχανσον.

Σε μια συνεδρίαση της «Ομάδας Δράσης BeBrave Europe», τον Ιανουάριο του τρέχοντος έτους, συμμετείχαν η διευθύνουσα ομάδα ECLAG, η Purpose EU, το Justice Initiative και η μονάδα του Λαμπραντόρ Χιμένεθ στη Γενική Διεύθυνση. Το 2023 το Ίδρυμα Guido Fluri, που δημιούργησε το Justice Initiative, έλαβε 416.667 δολάρια από το Oak Foundation.

Η Κομισιόν, σύμφωνα με τα δικά της πρακτικά της συνάντησης, «συνέστησε ότι, όταν μιλούν με τους ενδιαφερόμενους για τη διαπραγμάτευση, οι οργανώσεις δεν θα πρέπει να ξεχνούν να μεταφέρουν την αίσθηση του επείγοντος σχετικά με την ανάγκη εξεύρεσης συμφωνίας για τη νομοθεσία φέτος».

Aποτέλεσμα αυτού του συντονισμού ηταν φέτος και ένα βίντεο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης με την Γιόχανσον, τον Ζαρζαλέχος και εκπροσώπους των οργανώσεων που βρίσκονται πίσω από την ECLAG να προωθούν ένα ψήφισμα υπέρ του κανονισμού της.

Δυσανάλογη περιστολή των δικαιωμάτων

Περίπου 200 χιλιόμετρα βόρεια των Βρυξελλών, στο Άμστερνταμ, ένα φωτεινό γραφείο στην άκρη της διάσημης συνοικίας με τα κόκκινα φώτα σηματοδοτεί την πρώτη γραμμή του αγώνα για τον εντοπισμό και την εξάλειψη της CSAM στην Ευρώπη.

Το Offlimits, παλαιότερα γνωστό ως Online Child Abuse Expertise Office (ή EOKM) είναι η παλαιότερη τηλεφωνική γραμμή στην Ευρώπη για παιδιά και ενήλικες που θέλουν να καταγγείλουν κακοποίηση, είτε αυτή συμβαίνει πίσω από κλειστές πόρτες είτε εμφανίζεται σε βίντεο που κυκλοφορεί στο διαδίκτυο.

Το 2022, οι επτά αναλυτές της επεξεργάστηκαν 144.000 αναφορές και περισσότερες από τις μισές αφορούσαν παράνομο περιεχόμενο. Η τηλεφωνική γραμμή στέλνει αιτήματα για την αφαίρεση περιεχομένου στους παρόχους φιλοξενίας ιστοσελίδων και, εάν το υλικό θεωρείται ιδιαίτερα σοβαρό, στην αστυνομία και την Interpol.

Διευθύντρια της Offlimits από το 2015 έως τον Σεπτέμβριο του τρέχοντος έτους, η Άρντα Γκέρκενς έχει βαθιά γνώση της πολιτικής της ΕΕ επί του θέματος. Ωστόσο, σε αντίθεση με τους εκπροσώπους της Thorn, η ίδια δεν έχει τύχει ιδιαίτερης πρόσβασης στην Γιόχανσον.

«Την προσκάλεσα εδώ, αλλά δεν ήρθε ποτέ», δήλωσε η Γκέρκενς, πρώην βουλευτρια του Σοσιαλιστικού Κόμματος στο ολλανδικό κοινοβούλιο.

«Τα τελευταία χρόνια, η Επίτροπος Γιόχανσον και το επιτελείο της επισκέφθηκαν τη Σίλικον Βάλεϊ και μεγάλους ομίλους της Βόρειας Αμερικής», είπε. Συμπλήρωσε πως τη ρύθμιση της Γιοχάνσον έχουν επηρεάσει οι ομάδες που παρουσιάζονται ως ΜΚΟ αλλά ενεργούν περισσότερο ως εταιρείες τεχνολογίας, υποστηρίζοντας ότι η Thorn και συναφείς ομάδες «έχουν εμπορικό συμφέρον».

Η Γκέρκενς λέει ότι η καταπολέμηση της παιδικής κακοποίησης πρέπει να βελτιωθεί σε βάθος και να περιλαμβάνει μια συνολική προσέγγιση που να αφορά την πρόνοια, την εκπαίδευση, και την ανάγκη προστασίας της ιδιωτικής ζωής των παιδιών.

«Η κρυπτογράφηση», είπε, «είναι το κλειδί και για την προστασία των παιδιών: τα αρπακτικά χακάρουν λογαριασμούς αναζητώντας εικόνες».

Πρόκειται για μια θέση που αντικατοπτρίζεται σε ορισμένες από τις ανησυχίες που εξέφρασαν και Ολλανδοί αξιωματούχοι στις τρέχουσες διαπραγματεύσεις για ένα συμβιβαστικό κείμενο στο Συμβούλιο της ΕΕ, υποστηρίζοντας μια λιγότερο παρεμβατική προσέγγιση που προστατεύει την κρυπτογραφημένη επικοινωνία και αφορά μόνο υλικό που έχει ήδη εντοπιστεί και χαρακτηριστεί ως CSAM από ομάδες παρακολούθησης και αρχές.

Ολλανδός κυβερνητικός αξιωματούχος, ο οποίος μίλησε υπό τον όρο της ανωνυμίας, δήλωσε στην παρούσα έρευνα: «Οι Κάτω Χώρες έχουν σοβαρές ανησυχίες όσον αφορά τις τρέχουσες προτάσεις για τον εντοπισμό άγνωστων CSAM και την αντιμετώπιση του grooming [σ.σ. διαδικτυακή αποπλάνηση], καθώς οι τρέχουσες τεχνολογίες οδηγούν σε μεγάλο αριθμό ψευδώς θετικών αποτελεσμάτων».

«Η συνακόλουθη παραβίαση των θεμελιωδών δικαιωμάτων δεν είναι αναλογική», είπε.

Προσωπικό συμφέρον

Τον Ιούνιο του 2022, λίγο μετά την παρουσίαση της πρότασης της Γιόχανσον, οι εκπρόσωποι της Thorn συναντήθηκαν με ένα από τα στελέχη του γραφείου της Επιτρόπου, τη Μόνικα Μαλιόνε. Εσωτερική αναφορά της συνάντησης, που εξασφάλισε η παρούσα έρευνα, καταγράφει το ενδιαφέρον της Thorn να κατανοήσει πώς θα αντιμετωπιστούν οι «εμπλοκές στη διαδικασία που πηγαίνει από την αξιολόγηση του κινδύνου στην εντολή ανίχνευσης».

Οι εντολές ανίχνευσης αποτελούν κρίσιμο στοιχείο της διαδικασίας που προβλέπεται στον προτεινόμενο κανονισμό της Γιόχανσον, καθορίζοντας τον αριθμό των ατόμων που θα παρακολουθούνται και πόσο συχνά.

Πηγές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου είπαν ότι στις τεχνικές συνεδριάσεις, ο Ζαρζαλέχος, εισηγητής της πρότασης, τάχθηκε υπέρ των εντολών ανίχνευσης που δεν εστιάζουν απαραίτητα σε άτομα ή ομάδες υπόπτων, αλλά είναι βαθμονομημένες ώστε να επιτρέπουν τη σάρωση για ύποπτο περιεχόμενο.

Αυτό, λένε οι ειδικοί, θα άνοιγε την πόρτα για τη γενική παρακολούθηση των πολιτών της ΕΕ, σε πιθανές διαστάσεις μαζικής παρακολούθησης. Το γραφείο του Ζαρζαλέχος αρνήθηκε να κάνει κάποιο σχόλιο, επικαλούμενο τη μυστικότητα των διαδικασιών. 

Ανάρτηση από την ιστοσελίδα του Ισπανού ευρωβουλευτή.

Στην ίδια συνάντηση με τη Μαλιόνε, οι εκπρόσωποι της Thorn εξέφρασαν την «προθυμία να συνεργαστούν στενά με την COM [Ευρωπαϊκή Επιτροπή] και να παράσχουν εμπειρογνωμοσύνη όποτε αυτό είναι χρήσιμο, ιδίως όσον αφορά τη δημιουργία της βάσης δεδομένων δεικτών που θα φιλοξενηθεί στο Κέντρο της ΕΕ», καθώς και να προετοιμάσουν «επικοινωνιακό υλικό σχετικά με τη σεξουαλική κακοποίηση παιδιών στο διαδίκτυο».

Το Κέντρο της ΕΕ για την πρόληψη και την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών, το οποίο θα δημιουργηθεί σύμφωνα με την πρόταση της Γιόχανσον, θα διαδραματίσει βασικό ρόλο στην υποστήριξητων κρατών-μελών και των εταιρειών για την εφαρμογή της νομοθεσίας: θα ελέγχει και θα εγκρίνει επίσης τεχνολογίες σάρωσης, καθώς και θα τις αγοράζει και θα τις προσφέρει σε μικρές και μεσαίες εταιρείες.

Ως παραγωγός τέτοιων τεχνολογιών σάρωσης, ο ρόλος της Thorn στην υποστήριξη της δημιουργίας ικανοτήτων της βάσης δεδομένων του Κέντρου της ΕΕ θα μπορούσε να έχει και σημαντικό εμπορικό ενδιαφέρον για την εταιρεία.

Η Μέρεντιθ Γουίτακερ είναι πρόεδρος του Signal, του αμερικανικού μη κερδοσκοπικού ιδρύματος που βρίσκεται πίσω από την εφαρμογή κρυπτογραφημένης συνομιλίας Signal, που στην Ελλάδα γνωρίζει απήχηση ύστερα από το ξέσπασμα του σκανδάλου των υποκλοπών.

Η Γουίτακερ θεωρεί ότι οι εταιρείες τεχνητής νοημοσύνης, που παράγουν συστήματα σάρωσης, προωθούνται ουσιαστικά ως κέντρα εκκαθάρισης και απομονωτές ευθύνης για μεγάλες εταιρείες τεχνολογίας, διαβλέποντας το δυναμικό της αγοράς.

«Όσο περισσότερο το διαμορφώνουν ως τεράστιο πρόβλημα στο δημόσιο διάλογο και στις ρυθμιστικές αρχές, τόσο περισσότερο ενθαρρύνουν τις μεγάλες εταιρείες τεχνολογίας να αναθέσουν την αντιμετώπιση των προβλημάτων σε αυτές», δήλωσε η Γουίτακερ σε συνέντευξη στα πλαίσια αυτής της έρευνας.

Ουσιαστικά, αυτές οι εταιρείες τεχνητής νοημοσύνης προσφέρουν στις εταιρείες τεχνολογίας μια «κάρτα απαλλαγής από την ευθύνη», δήλωσε η Γουίτακερ, λέγοντάς τους: «Πληρώστε μας και θα φιλοξενήσουμε τα hashes, θα συντηρήσουμε το σύστημα τεχνητής νοημοσύνης, θα κάνουμε ό,τι χρειάζεται για να καθαρίσουμε μαγικά αυτό το πρόβλημα».

«Έτσι είναι πολύ σαφές ότι, όποιο και αν είναι το καθεστώς ενσωμάτωσής τους, έχουν απίστευτα ιδιοτελή συμφέροντα στην προώθηση αυτού του πλαισίου για το πρόβλημα. Αυτό που δεν νομίζω ότι καταλαβαίνουν οι κυβερνήσεις είναι πόσο ακριβά και ασταθή είναι αυτά τα συστήματα, ότι δεν έχουμε να κάνουμε με ένα εφάπαξ κόστος. Μιλάμε για εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια επ’ αόριστον λόγω της προτεινόμενης κλίμακας».

Έλλειψη συμβολής των επιστημόνων

Η Γιόχανσον έχει απορρίψει την ιδέα ότι η προσέγγιση που υποστηρίζει θα απελευθερώσει κάτι νέο ή ακραίο, λέγοντας πέρυσι στους ευρωβουλευτές ότι είναι «εντελώς ψευδές να λέμε ότι με έναν νέο κανονισμό θα υπάρξουν νέες δυνατότητες ανίχνευσης που δεν υπάρχουν σήμερα».

Ωστόσο, οι εμπειρογνώμονες αμφισβητούν την επιστημονική βάση πίσω από τους ισχυρισμούς της.

Ο Μάτθιου Ντάνιελ Γκριν, κρυπτογράφος και τεχνολόγος ασφαλείας στο Πανεπιστήμιο John Hopkins, αναφέρθηκε σε καταφανή απουσία των επιστημόνων κατά τη διαδικασία διαμόρφωσης της νομοθετικής πρότασης της Γιόχανσον.

«Στην πρώτη εκτίμηση επιπτώσεων της Κομισιόν δεν υπήρξε σχεδόν καμία εξωτερική επιστημονική συμβολή και αυτό είναι πραγματικά εκπληκτικό, δεδομένου ότι η Ευρώπη διαθέτει μια καταπληκτική επιστημονική υποδομή, με τους κορυφαίους ερευνητές στην κρυπτογράφηση και την ασφάλεια των υπολογιστών σε όλο τον κόσμο», δήλωσε ο Γκριν.

Η τεχνολογία σάρωσης με βάση την τεχνητή νοημοσύνη, προειδοποίησε, ενέχει τον κίνδυνο να εκθέσει τις ψηφιακές πλατφόρμες σε κακόβουλες επιθέσεις και να υπονομεύσει την κρυπτογράφηση.

«Αν αγγίξετε τα ενσωματωμένα μοντέλα κρυπτογράφησης, τότε εισάγετε ευπάθειες», είπε. «Η ιδέα ότι θα είμαστε σε θέση να έχουμε κρυπτογραφημένες συνομιλίες, όπως η δική μας, είναι εντελώς ασύμβατη με αυτά τα αυτοματοποιημένα συστήματα σάρωσης, και αυτό είναι δομικό θέμα».

Σε ένα πλήγμα για τους υποστηρικτές της σάρωσης CSAM με βάση την τεχνητή νοημοσύνη, η Apple δήλωσε στις αρχές Σεπτεμβρίου ότι είναι αδύνατο να εφαρμοστεί η σάρωση υλικού παιδικής σεξουαλικής κακοποίησης με ταυτόχρονη διατήρηση του απορρήτου και της ασφάλειας των ψηφιακών επικοινωνιών.

Τον ίδιο μήνα, αξιωματούχοι του Ηνωμένου Βασιλείου παραδέχθηκαν κατ’ ιδίαν σε εταιρείες τεχνολογίας ότι, αυτή τη στιγμή, δεν υπάρχει τεχνολογία ικανή να σαρώνει κρυπτογραφημένα μηνύματα από άκρη σε άκρη χωρίς να υπονομεύει την ιδιωτικότητα των χρηστών.

Σύμφωνα με έρευνα των ακαδημαϊκών Άννα-Μαρία Κρέτου και Σουμπχάμ Χάιν του Imperial College, που δημοσιεύθηκε τον περασμένο Μάιο, τα συστήματα σάρωσης από την πλευρά του πελάτη με τεχνητή νοημοσύνη θα μπορούσαν να επαναρρυθμιστούν αθόρυβα, ώστε να εκτελούν αναγνώριση προσώπου στις συσκευές των χρηστών χωρίς γνώση του χρήστη. Προειδοποίησαν για περισσότερα τρωτά σημεία που δεν έχουν ακόμη εντοπιστεί: 

«Από τη στιγμή που αυτή η τεχνολογία θα κυκλοφορήσει σε δισεκατομμύρια συσκευές σε όλο τον κόσμο, δεν μπορείς να την πάρεις πίσω».

Τον Ιούλιο του 2022, η επικεφαλής της Γενικής Διεύθυνσης Γιόχανσον, Μονίκ Παριά, επισκέφθηκε την Europol για να συζητήσει τη συμβολή που θα μπορούσε να έχει ο αστυνομικός οργανισμός της ΕΕ στην καταπολέμηση της CSAM. Στην συνάντηση συμμετείχε και η εκτελεστική διευθύντρια της Europol, Κατρίν ντε Μπολ.

Στη συνάντηση με την Κομισιόν, αξιωματούχοι της Europol πρότειναν η σάρωση υλικού να αφορά και άλλους τομείς.

Οι αξιωματούχοι της Europol έθεσαν την ιδέα να χρησιμοποιηθεί το προτεινόμενο κέντρο της ΕΕ για τη σάρωση υλικού και πέρα από ό,τι αφορά παιδική κακοποίηση, λέγοντας στην Κομισιόν ότι «υπάρχουν και άλλοι τομείς εγκληματικότητας που θα επωφελούνταν από την ανίχνευση».

Σύμφωνα με τα πρακτικά, αξιωματούχος της Κομισιόν «εξέφρασε κατανόηση για τις πρόσθετες επιθυμίες», αλλά «επισήμανε την ανάγκη να είμαστε ρεαλιστές όσον αφορά το τι μπορεί να αναμένεται, δεδομένων των πολλών ευαισθησιών γύρω από την πρόταση».

Ο Ρος Άντερσον, καθηγητής Μηχανικής Ασφάλειας στο Πανεπιστήμιο Cambridge, είπε ότι η συζήτηση γύρω από τη σάρωση με βάση την τεχνητή νοημοσύνη για την CSAM γίνεται με τρόπο που παραβλέπει τις πιθανότητες χειραγώγησής της από τις υπηρεσίες επιβολής του νόμου.

«Η κοινότητα ασφάλειας και πληροφοριών χρησιμοποιούσε πάντα θέματα που τρομάζουν τους νομοθέτες, όπως τα παιδιά και η τρομοκρατία, για να υπονομεύσει την ιδιωτικότητα στο διαδίκτυο», δήλωσε.

«Όλοι γνωρίζουμε πώς λειτουργεί αυτό. Και όταν έρθει η επόμενη τρομοκρατική επίθεση, κανένας νομοθέτης δεν θα αντιταχθεί στην επέκταση της σάρωσης από την παιδική κακοποίηση σε σοβαρά βίαια και πολιτικά εγκλήματα».

Η έρευνα πραγματοποιήθηκε με την υποστήριξη του IJ4EU και δημοσιεύεται στα μέσα: Die Zeit (Γερμανία), Le Monde (Γαλλία), De Groene Amsterdammer (Ολλανδία), IRPI Media (Ιταλία), El Diario (Ισπανία), Balkan Insight (Βαλκάνια) και Solomon (Ελλάδα). Η εκδοχή που δημοσιεύεται από το Solomon βασίζεται στην αγγλική εκδοχή του Balkan Insight.

More to read

Στήριξε την ανεξάρτητη δημοσιογραφία!

Η ερευνητική δημοσιογραφία απαιτεί χρόνο και πόρους που δεν διαθέτουμε πάντα. Για να μπορέσουμε να συνεχίσουμε να ελέγχουμε την εξουσία και να ασκούμε πίεση, χρειαζόμαστε τη βοήθειά σας.