Η δομή της Ριτσώνας είναι ο μεγαλύτερος προσφυγικός καταυλισμός στην ενδοχώρα. Αποκλεισμένος από την κοινωνική και οικονομική ζωή του τόπου πολύ πριν την πανδημία, ο καταυλισμός απέκτησε σταδιακά τη δική του ζωή. Σήμερα, με τις νέες τεχνολογίες επιτήρησης να εγκαθίστανται σταδιακά στη δομή, φόβοι εκδηλώνονται ότι η κοινότητα θα αποκοπεί πλήρως από την τοπική κοινωνία.
Πίσω από ένα γραφείο στο υπόγειο της αυτοσχέδιας, ξύλινης κατασκευής, ένα 14χρονο αγόρι ντυμένο στα λευκά, με κοντοκουρεμένο μαλλί και τα ασιατικά χαρακτηριστικά της φυλής των Χαζαρά του Αφγανιστάν, σημειώνει σε ένα τετράδιο το σκορ των μεγαλύτερων που παίζουν μπιλιάρδο.
Λίγο πιο πέρα, άντρες παρακολουθούν καθισμένοι σε μία υποτυπώδη κερκίδα. Κάποιοι περιμένουν υπομονετικά τη σειρά τους να παίξουν, πίνοντας ένα ενεργειακό ποτό. Οι περισσότεροι ξεσπούν σε επευφημίες ή πειράγματα ύστερα από κάποιο χτύπημα της στέκας.
Τα υπόγεια μπιλιαρδάδικα στην αγορά του προσφυγικού καταυλισμού της Ριτσώνας, της μεγαλύτερης προσφυγικής δομής σε χωρητικότητα στην ενδοχώρα σήμερα, είναι ένας από τους ελάχιστους τρόπους με τον οποίο νεαροί αιτούντες άσυλο μπορούν να «σκοτώσουν» την ώρα τους.
Ο χρόνος εδώ κυλάει αργά και οι ανάγκες δεν καλύπτονται πάντα μέσα στα περιορισμένα πλαίσια της παροχής ανθρωπιστικής βοήθειας. Ακόμη και όταν δεν εξασφαλίζει σημαντικό εισόδημα για όσους τρέχουν τις μικρές επιχειρήσεις, η άτυπη αγορά, που αναπτύχθηκε μέσα στα χρόνια, καλύπτει μια σημαντικότερη ανάγκη.
Την ανάγκη εξεύρεσης μίας διόδου από την αδράνεια για το διάστημα ― συχνά πάνω από έναν χρόνο ― που οι άνθρωποι περνούν στη δομή, με τη ζωή τους σε αναμονή.
Μια πολιτεία αποκλεισμένη πολύ πριν το τείχος
Η Δομή Φιλοξενίας Ριτσώνας, περίπου 80 χιλιόμετρα από την Αθήνα, είναι μια ολόκληρη πολιτεία. Αποτελείται από προκατασκευασμένους οικίσκους (με συνολικά 260 δωμάτια) και 195 κοντέινερ, μέσα σε ένα ξέφωτο στον περιφερειακό δρόμο Θήβας-Χαλκίδας.
Σύμφωνα με το πιο πρόσφατο εβδομαδιαίο δελτίο του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Άμυνας (ΓΕΕΘΑ), στη Ριτσώνα στις 5 Νοεμβρίου 2021 ζούσαν 2.409 αιτούντες άσυλο, καθιστώντας τη δομή την τρίτη σε πληθυσμό σε όλη την Ελλάδα μετά το Μαυροβούνι στη Λέσβο (2.907) και την Μαλακάσα (2.432).
Από τον Μάιο του 2021, τον καταυλισμό κυκλώνει ένα τσιμεντένιο τείχος ύψους τριών μέτρων.
Η δομή της Ριτσώνας είναι αποκλεισμένη, όμως, πολύ πριν υψωθεί το τείχος γύρω της. Δέκα χιλιόμετρα από την κοντινότερη πόλη, την Χαλκίδα, και πέντε από το Βαθύ Αυλίδας, οι αιτούντες άσυλο βρίσκονται από το 2016, όταν και δημιουργήθηκε ο καταυλισμός, αποκομμένοι από την κοινωνική και οικονομική ζωή του τόπου στον οποίο βρίσκονται.
Σε συνθήκες απομόνωσης πολύ πριν την πανδημία, αναπόφευκτα, έπρεπε να δημιουργήσουν τη δική τους. Η άτυπη αγορά με τα μικρά μαγαζάκια ― από μικρά μανάβικα μέχρι νυχτερινό «κλαμπ» ― αναπτύχθηκε μέσα στο χρόνο σε συνάφεια με τις ανάγκες του πληθυσμού.
Κομβικό σημείο για την ανάπτυξή του υπήρξε ο Ιανουάριος του 2020, όπου ο πληθυσμός της δομής σημείωσε σημαντική αύξηση. Από τους 832, σύμφωνα με την τελευταία καταγραφή για το έτος 2019 (27 Δεκεμβρίου), οι διαμένοντες στις 3 Ιανουαρίου του νέου έτους καταγράφηκαν στους 1.564.
Καθώς ο καταυλισμός μεγάλωνε, οι ένοικοι άρχισαν να αναπτύσσουν οικονομικές δραστηριότητες και να οργανώνουν τη ζωή τους με τρόπο που εξυπηρετούσε τις κοινωνικές τους ανάγκες.
Αραβικά και αφγανικά ταξί
Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία του Διεθνούς Οργανισμού Μετανάστευσης (ΔΟΜ), που έχει τη διαχείριση της δομής, περίπου ένας στους τρεις διαμένοντες στη Ριτσώνα κατάγεται από το Αφγανιστάν (33,60%) και τη Συρία (32,42%), αντίστοιχα.
Οι υπόλοιποι κατάγονται από το Κονγκό (16,99%), το Ιράκ (5,70%) και την Σομαλία (2,99%), ενώ 25 ακόμη εθνικότητες εκπροσωπούνται με ποσοστό κάτω του 1%.
Μέσα στο καμπ, κάθε κοινότητα έχει τη δική της γειτονιά, καθώς και τα δικά της μαγαζιά στην αυτοσχέδια αγορά, όπου διατίθενται όλα όσα οι διαμένοντες θα έπρεπε να μετακινηθούν χιλιόμετρα για να προμηθευτούν. Έχει, επίσης, και τον δικό της λατρευτικό χώρο: υπάρχουν ένα αραβικό, ένα αφγανικό, κι ένα κοινό τζαμί, κι ένα κοντέινερ από το οποίο τις Κυριακές ακούγονται τα γκόσπελ που τραγουδούν οι αφρικανοί.
Αντίστοιχα, υπάρχουν αραβικά κι αφγανικά «ταξί». Καθώς η δομή είναι αποκομμένη από τις πλησιέστερες κοινότητες, και δεν προσφέρονται δρομολόγια που να συνδέουν τακτικά τη Ριτσώνα με τον έξω κόσμο, τα οχήματα αυτά αποτελούν εν πολλοίς τη μόνη λύση για να βρεθεί κανείς εκτός της δομής.
Τα ποδήλατα προσφέρουν μία φθηνή λύση μετακίνησης, κυρίως για όσους εργάζονται σε καλλιέργιες στις γύρω περιοχές. Μάιος 2021.
Η μετακίνηση στην Αθήνα κοστίζει δέκα ευρώ, και δεκαπέντε με επιστροφή ανά άτομο. Η διαδρομή προς την Χαλκίδα, παρότι πολύ συντομότερη, κοστίζει είκοσι ευρώ. Αυτό συμβαίνει γιατί συνήθως στην διαδρομή προς την πρωτεύουσα την κούρσα μοιράζονται περισσότεροι επιβάτες.
Τα «ταξί» εξυπηρετούν και τις μετακινήσεις των αιτούντων άσυλο της δομής που, στο πλαίσιο της αναμονής συχνά πολλών μηνών για τη συνέντευξή τους για άσυλο ή για το αποτέλεσμα της αίτησής τους, εργάζονται στα χωράφια κοντινών περιοχών.
Κάποιες δεκάδες απασχολούνται στην καλλιέργεια κρεμμυδιών στη Θήβα, περίπου 25 λεπτά απόσταση από τη δομή. Το μεροκάματο είναι στα 21 ευρώ. Μετά την καταβολή των πέντε ευρώ του κομίστρου στο «ταξί», στο τέλος της μέρας μένουν 16 ευρώ.
Ποδηλατάδικα, μανάβικα, μίνι μάρκετ
Μπορεί οι αιτούντες άσυλο να δυσκολεύονται να φτάσουν στις γειτονικές κοινότητες, αυτό όμως δεν ισχύει και για την αντίστροφη διαδρομή που ακολουθούν τα προϊόντα που προέρχονται απ’ αυτές, και βρίσκουν το δρόμο τους προς τη Ριτσώνα.
Μίνι μάρκετ, πάγκοι με φαγητό, μανάβικα ― από την αγορά της Ριτσώνας δεν λείπει τίποτα. Πλάι σε ένα κουρείο, το μικρό μαγαζάκι ενός άνδρα από το Αφγανιστάν προσφέρει τη δυνατότητα παιχνιδιού σε κονσόλες Playstation. Με ένα ευρώ την ώρα, κάποιος μπορεί να εξασφαλίσει τη θέση του στις πολυθρόνες ― φθαρμένες από τη χρήση και τον χρόνο ― μπροστά σε μία από τις μεγάλες οθόνες και να παίξει.
Ένα από τα μίνι μάρκετ στην άτυπη αγορά της Ριτσώνας. Οι ιδιοκτήτες των μικροκαταστημάτων προμηθεύονται τα προϊόντα τόσο από την αγορά της Χαλκίδας όσο και από την Αθήνα. Μάιος 2021.
Ένα μπαρ με φωτορυθμικά προσφέρει ναργιλέ, ζεστό τσάι και κρύα αναψυκτικά, και δυνατή μουσική. Ξεκινάει τη λειτουργία του την ημέρα αλλά γνωρίζει κίνηση κυρίως το βράδυ, όταν στην αγορά επικρατεί μια απρόσμενη ζωντάνια. Αρκετός κόσμος δυσκολεύεται να κοιμηθεί, και αναζητά ασχολίες γιατί αλλιώς δεν περνάει η νύχτα.
Αρκετά καταστήματα προσφέρουν ποδήλατα προς πώληση. Ένα καλό ποδήλατο κοστίζει γύρω στα εξήντα ευρώ. Οι τεχνίτες πηγαίνουν ως τα Jumbo της Χαλκίδας και αναζητούν τα υλικά, με τα οποία κατασκευάζουν τα δίτροχα οχήματα, πολύ δημοφιλή στα παιδιά που προσεγγίζουν τα 1.000 (το 39% της δομής).
Η δημιουργία της Ριτσώνας σε έναν λασπότοπο
Ας γυρίσουμε, όμως, πίσω στο 2016.
Ήταν νύχτα της 14ης του Μάρτη, όταν σε μια εγκαταλελειμμένη στρατιωτική βάση της αεροπορίας στη βιομηχανική περιοχή της Ριτσώνας μεταφέρθηκαν οι πρώτοι 500 πρόσφυγες από το λιμάνι του Πειραιά, όπου το κλείσιμο των συνόρων με τη Βόρεια Μακεδονία είχε αφήσει εγκλωβισμένους περισσότερους από 3.000 ανθρώπους.
Το προηγούμενο απόγευμα, εκσκαφείς του δήμου Χαλκιδέων και της περιφέρειας είχαν αποψιλώσει τον χώρο από τα πεύκα, είχαν ισιώσει το έδαφος, και είχαν στήσει τις πρώτες σκηνές.
Ο Μάρτιος εκείνης της χρονιάς ήταν βροχερός και ο χώρος είχε μετατραπεί σε έναν απέραντο λασπότοπο. Τις επόμενες ημέρες κατέφθασαν περισσότεροι πρόσφυγες, κυρίως από τη Συρία και το Ιράκ. Η μόνη τους επαφή με τον έξω κόσμο ήταν κάποιες ομάδες εθελοντών, οι οποίες πρόσφεραν είδη πρώτης ανάγκης που στοιβάζονταν πρόχειρα μέσα σε κοντέινερ.
Ο 31χρονος σήμερα Σαλίμ Νόα βρισκόταν ανάμεσα στους πρώτους πρόσφυγες που εγκαταστάθηκαν στη Ριτσώνα, όπου και παρέμεινε με την οικογένειά του για επτά μήνες.
«Όταν φτάσαμε στη Ριτσώνα, βιώσαμε ένα τεράστιο σοκ», λέει στο Solomon από την κοινότητα Φορμπάκ στη βορειοανατολική Γαλλία, όπου ζει σήμερα.
«Έβρεχε και δεν υπήρχαν κτίρια, παρά μόνο βρώμικες, μουσκεμένες σκηνές. Οι πρώτες μέρες ήταν καταστροφικές. Το νερό έμπαινε στις σκηνές, ο καιρός ήταν κρύος, και για φαγητό έπρεπε να πάμε σε μια μεγάλη σκηνή για να πάρουμε ένα σάντουιτς».
Τους πρώτους μήνες, λέει, ήταν δύσκολο ακόμη και το να κάνεις ντους. Σχεδόν 800 άτομα καλούνταν να μοιραστούν τρεις-τέσσερις ντουζιέρες και το νερό συχνά ήταν κρύο.
Εγκαίνια και δηλώσεις Μουζάλα
Λίγο καιρό αργότερα στη δομή ξεκίνησαν να δραστηριοποιούνται ορισμένες Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις (ΜΚΟ). Ορισμένες βοηθώντας στην καταγραφή των αιτούντων άσυλο, άλλες στη διανομή νερού και φαγητού.
Ο Σαλίμ αποφάσισε επίσης να βοηθήσει εθελοντικά στις δραστηριότητες και την παροχή διερμηνείας, γνωρίζοντας αφενός ότι ο ίδιος και η οικογένειά μπορεί να έμεναν στη δομή για καιρό, κι αφετέρου πως θα έπρεπε να φανεί δυνατός «για να βοηθήσ[ει] εκείνους, αλλά και τους υπόλοιπους ανθρώπους».
Οι πρώτοι πρόσφυγες που μεταφέρθηκαν στην Ριτσώνα εγκαταστάθηκαν σε σκηνές, μένοντας εκτεθειμένοι στις καιρικές συνθήκες και το κρύο. Μάρτιος 2016.
Λίγους μήνες αργότερα, τον Νοέμβριο του 2016, τη θέση των σκηνών πήραν λυόμενα σπίτια με μπάνιο και κουζίνα που έκαναν τις συνθήκες απλώς υποφερτές. Με την ευκαιρία της «αναβάθμισης», στη δομή πραγματοποιήθηκαν εγκαίνια, με την παρουσία μεταξύ άλλων και του τότε υπουργού Μεταναστευτικής Πολιτικής, Γιάννη Μουζάλα.
«Τα κέντρα φιλοξενίας σαν αυτό έδωσαν τη δυνατότητα στη χώρα μας να εξασφαλίσει τη δική της εθνική αξιοπρέπεια και να προσφέρει στους πρόσφυγες και μετανάστες τη δική τους αξιοπρέπεια στο βαθμό που μπορούσε, αν πάρει κανείς υπόψη του και τη βαθύτατη οικονομική κρίση που περνάμε», δήλωσε ο Γιάννης Μουζάλας, ο οποίος δεσμεύτηκε πως οι δομές φιλοξενίας «συνεχώς θα βελτιώνονται».
«Νομίζω ότι η Ριτσώνα είναι μια απόδειξη ότι αυτό που είπαμε το κάνουμε», πρόσθεσε τότε ο υπουργός.
«Μέχρι και στη Σάμο καλύτερα»
Ο Αλί μένει σε έναν από τους προκατασκευασμένους οικίσκους, που πριν από τεσσεράμισι χρόνια αντικατέστησαν τις σκηνές στο λασπωμένο έδαφος της δομής. Για την ακρίβεια, στον 30χρονο Αφγανό και τη γυναίκα του έχει διατεθεί ένα δωμάτιο εμβαδού 9 τ.μ σε έναν κοινόχρηστο οικίσκο που μοιράζονται με άλλες οικογένειες.
Όλα κι όλα, μες το δωμάτιο που τους αντιστοιχεί βρίσκονται μια ραφιέρα, μια κουκέτα, και ένα χαλί στο κέντρο του δωματίου.
Εν αναμονή της απόφασης στο αίτημά του για άσυλο, ο Αλί νιώθει εγκλωβισμένος στη Ριτσώνα. Όταν θέλει να περάσει λίγο χρόνο μόνος περπατάει μέσα στα χορτάρια, ώσπου βρίσκει ένα σημείο σε αρκετή απόσταση από τον υπόλοιπο κόσμο και κάθεται στο έδαφος.
Εκεί που παλιότερα η θέα του ήταν τα πεύκα που περιτριγυρίζουν τη δομή, βρίσκεται το συμπαγές τσιμέντο της περίφραξης.
Ο Αλί λέει πως προτιμούσε τη ζωή στον καταυλισμό στο Βαθύ της Σάμου, όπου βρέθηκε όταν πέρασε με βάρκα από τα τουρκικά παράλια στην Ελλάδα. Επειδή εκεί, εξηγεί, παρά τις συνθήκες εξαθλίωσης, οι αιτούντες άσυλο μπορούσαν να περπατήσουν ως την πόλη.
Δίχως να έχει χρήματα να διαθέσει στα αφγανικά «ταξί» για μετακινήσεις, έχει μήνες να φύγει από τη Ριτσώνα.
Τείχος τριών μέτρων για τη δομή
Η γυναίκα με την ταλαιπωρημένη όψη κατάγεται από το Αφγανιστάν. Είναι 65 χρονών, και μένει στη δομή της Ριτσώνα μας με τα παιδιά της, ένα από τα οποία έχει νοητική υστέρηση, τον τελευταίο χρόνο.
Την ημέρα της συνάντησής μας, στα τέλη του περασμένου Μαΐου, λέει πως έχουν περάσει τουλάχιστον τρεις εβδομάδες από όταν μια μπουλντόζα που πραγματοποιεί εργασίες στη δομή έπεσε πάνω στο υπνοδωμάτιο του οικίσκου όπου διαμένουν, καθιστώντας το μη κατοικήσιμο.
Έχουμε ενημερώσει σχετικά, αλλά παρά τις υποσχέσεις δεν άλλαξε τίποτα, λέει η ίδια και οι γείτονες που μας καλούν να δούμε το εσωτερικό.
Οι άνθρωποι που ζουν στη δομή της Ριτσώνας ανησυχούν ότι το νέο τείχος θα τους απομονώσει ακόμα περισσότερο από τον έξω κόσμο. Μάιος 2021.
Ο λόγος που την περασμένη άνοιξη μπουλντόζες βρίσκονταν στη Ριτσώνα οφείλεται στην κατασκευή μιας περίφραξης από τσιμέντο ύψους τριών μέτρων, που καλύπτει πλέον σήμερα περιμετρικά όχι μόνο τη Ριτσώνα, αλλά και πολλές άλλες δομές στην ενδοχώρα και τα νησιά.
Ανθρωπιστικές οργανώσεις έχουν ασκήσει κριτική στην κυβέρνηση για τη μετατροπή των δομών σε «φυλακές», στις οποίες πέραν της περίφραξης προβλέπεται η τοποθέτηση καμερών ασφαλείας, μαγνητικών πυλών και μηχανημάτων ακτίνων Χ, και η επιτήρηση μέσω drones ― μέτρα που το υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου, σε σχετικό ρεπορτάζ του Solomon, χαρακτήρισε «εκσυγχρονισμό».
Στην περίπτωση της Ριτσώνας, πάντως, η συζήτηση για το χτίσιμο τείχους περιμετρικά του καταυλισμού εμφανίστηκε στο δημόσιο διάλογο πριν από τουλάχιστον δύο χρόνια.
Το 2019, ο αντιδήμαρχος της Δημοτικής Ενότητας Αυλίδας, εκτός από ίση κατανομή των προσφύγων ανά την Ελλάδα και τον ηλεκτροφωτισμό του δρόμου, μιλούσε για «κατάλληλη σε ύψος και αντοχή περίφραξη με περιφερειακό δρόμο, ο οποίος θα ηλεκτροφωτιστεί και θα παρακολουθείται επί 24ωρου βάσεως, είτε από security είτε από την αστυνομία».
Με μια σακούλα υπομονή
Τους μήνες που ζούσε στην Ριτσώνα, πίσω στο 2016, ο Σαλίμ Νόα θυμάται πως ονειρευόταν ότι κάποια στιγμή θα «απελευθερωθεί από το καμπ και θα ζήσει μια φυσιολογική ζωή».
Σήμερα σπουδάζει Εσωτερική Διακόσμηση, ενώ συνεχίζει να ζωγραφίζει με τους αδελφούς του και να πραγματοποιούν εκθέσεις σε διάφορες χώρες. Για τον 28χρονο Αχμέντ Χάιντ και τον 29χρονο Χάλεντ Χουσέιν, δύο ξαδέρφια από την Παλαιστίνη που στην αγορά της Ριτσώνας έχουν το δικό τους μαγαζί με αξεσουάρ κινητών, το σενάριο αυτό φαντάζει ακόμα μακρινό.
Την ημέρα που τους συναντάμε οι εχθροπραξίες ανάμεσα σε Χαμάς και Ισραήλ μαίνονται, και οι δυό τους παρακολουθούν τα τεκταινόμενα από μακριά, έχοντας ξεπεράσει τον ένα χρόνο ζωής στη δομή. «Εγώ ήρθα εδώ για την κόρη μου, αλλά είναι συνθήκες αυτές για να ζει ένα παιδί;», λέει ο Αχμέντ με την κόρη του καθισμένη στα πόδια του, ενώ μας υποδέχονται στο εσωτερικό του μαγαζιού τους.
Ο ξάδερφός του έχει πάρει ήδη άσυλο και περιμένουν την απάντηση στο δικό του αίτημα. Γνωρίζουν πως πιθανότατα θα είναι θετική, τα ποσοστά παροχής διεθνούς προστασίας για τους Παλαιστινίους είναι εξαιρετικά υψηλά.
Ώσπου να συμβεί αυτό, όμως, θα πρέπει να περιμένουν. Για άγνωστο χρονικό διάστημα. Γνωρίζουν καλά, λένε, τι θα πει υπομονή. Σε αυτό το μέρος, συμπληρώνουν, πρέπει να έχεις στον ώμο μια σακούλα υπομονή. «Και κάθε τόσο να τη γεμίζεις κι άλλο, κι άλλο».
Το κείμενο δημοσιεύεται στα πλαίσια της πολύμηνης δημοσιογραφικής έρευνας «Μετανάστευση και εργασία στην Ελλάδα τον καιρό του κορονοϊού» του Solomon, που υποστηρίζεται από το Rosa Luxemburg Stiftung – Office in Greece.