Ο ήχος των τυμπάνων ακούγεται από μακριά. Λίγο μετά ακολουθεί το τραγούδι. Δεν πρόκειται για κάποιο γλέντι, αλλά για λειτουργία λατρείας σε μια από τις αφρικανικές αυτοσχέδιες εκκλησίες στον προσφυγικό καταυλισμό στο Βαθύ, στη Σάμο. «Θεέ μου, αυτό είναι το μόνο που μας έχει απομείνει εδώ», λέει ο Άλφα από τη Σιέρα Λεόνε. Ο ίδιος ωστόσο δεν προσεύχεται πια.
Στη Σάμο δεν χάνεις μόνο την πίστη σου, αλλά και την ελπίδα ότι κάποτε θα φύγεις από αυτό το μέρος. Ορισμένοι αιτούντες άσυλο έχουν παγιδευτεί εδώ για χρόνια λόγω των χρονοβόρων διαδικασιών ― αν και τα λεγόμενα «hotspots», που δημιουργήθηκαν από την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) το 2015 και το 2016 σε χώρες εισόδου ως απάντηση στην αυξημένη μετανάστευση Σύρων, Αφγανών και Ιρακινών, είχαν ως στόχο να καθορίζεται γρήγορα αν οι αιτούντες άσυλο θα πρέπει να μετεγκατασταθούν, ή να απελαθούν μετά από πιθανή απόρριψη του αιτήματός τους για άσυλο.
Αυτή η «ταχεία» διαδικασία είναι μια ψευδαίσθηση στη Σάμο. Οι αιτούντες άσυλο περιμένουν «ανάμεσα σε φίδια, κατσαρίδες και αρουραίους», όπως ακούει κανείς συχνά να λέγεται. Αυτού του είδους η ζωή, κάτω από εξαθλιωτικές συνθήκες, έχει το τίμημά της. Σχεδόν κάθε αιτών άσυλο και αναγνωρισμένος πρόσφυγας παλεύει με ψυχολογικά προβλήματα. Η «προσέγγιση των hotspots» της ΕΕ έχει δημιουργήσει «μια απολύτως αποφευκτή και προβλέψιμη, καθοδηγούμενη από την πολιτική, ανθρωπιστική κρίση», ανέφεραν οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα (MSF) σε σχετική έκθεσή τους που δημοσιεύθηκε τον περασμένο Ιούνιο.
Μια άλλη πρόσφατη έκθεση, της Διεθνούς Επιτροπής Διάσωσης (IRC), τονίζει τις καταστροφικές επιπτώσεις της πολιτικής ασύλου: «Οι άνθρωποι, που ήρθαν εδώ σε αναζήτηση ασφάλειας, αντ’ αυτού τραυματίζονται περαιτέρω από το παρόν τους και αγωνιούν για το μέλλον τους».
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (UNHCR), στις 6 Αυγούστου 2021 σχεδόν 6.200 άνθρωποι εξακολουθούσαν να παραμένουν στις προσφυγικές δομές στα νησιά του Αιγαίου. Περισσότεροι από 800 από αυτούς βρίσκονται στη Σάμο.
Πλωτή φυλακή
«Έχω τρελαθεί. Δεν μπορώ να ελέγξω τον εαυτό μου», λέει στο Solomon ο Αλ Χουσεΐν. «Μια φορά ξύπνησα στη σκηνή ενός φίλου μου και άρχισα να τον χτυπάω. Έπρεπε να έρθουν άλλοι άνθρωποι για να με ηρεμήσουν». Ο Αλ Χουσεΐν έχει υπάρξει ένας αρκετά ήρεμος άνθρωπος, διαβεβαιώνει.
Πίσω στη Σιέρα Λεόνε είχε τη δική του εταιρεία, συνήθιζε να προσαρμόζει λογισμικό ξένων κινητών τηλεφώνων στο αφρικανικό δίκτυο. Τώρα δεν είναι σίγουρος για το τι πρόκειται να κάνει. Η αίτησή του για άσυλο έχει ήδη απορριφθεί δύο φορές, κι έχει ζήσει κρυμμένος για περισσότερο από ένα χρόνο. «Περπατούσα μπρος-πίσω αποφεύγοντας την αστυνομία», λέει. «Κοιμόμουν σε σκηνές φίλων στη ζούγκλα [σ.σ. το ανεπίσημο τμήμα του καταυλισμού]. Μου έδιναν άλλοι φαγητό. Έπρεπε να είμαι σε εγρήγορση όλη την ώρα λόγω των αστυνομικών ελέγχων».
Η αποφυγή ελέγχων στη Σάμο μοιάζει με αδύνατη αποστολή. Το νησί παρομοιάζεται συχνά με πλωτή φυλακή, με φρουρούς παντού: από την αστυνομία, το προσωπικό του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής (Frontex), την ελληνική ακτοφυλακή, και τον στρατό. Η Τουρκία απέχει μόλις δύο χιλιόμετρα. Ορισμένοι αιτούντες άσυλο τολμούν ακόμη και να διασχίσουν κολυμπώντας τον πορθμό της Μυκάλης για να φτάσουν στην Ελλάδα.
Ο Αλ Χουσεΐν τελικά εντοπίστηκε. Και πέρασε έξι μήνες υπό κράτηση. Τώρα, η υπόθεσή του έχει ανατεθεί σε ένα δικηγόρο, ο οποίος θα τον βοηθήσει να υποβάλει μεταγενέστερη αίτηση ― αυτό γίνεται σε περίπτωση ύπαρξης νέων στοιχείων, ή ζητημάτων που δεν έχουν προηγουμένως αναφερθεί, όπως το γεγονός ότι κάποιος δεν είναι ετεροφυλόφιλος.
Στην πραγματικότητα, ωστόσο, οι αιτούντες άσυλο συνεχίζουν να υποβάλλουν αυτές τις αιτήσεις ακόμη και όταν δεν υπάρχουν νέα στοιχεία στην ιστορία τους. «Το κάνουν για να παρατείνουν τη διαδικασία ασύλου. Αυτό τους δίνει την ελπίδα ότι μια μέρα θα αναγνωριστούν ως πρόσφυγες. Έχουμε την εντύπωση ότι και η ίδια η Υπηρεσία Ασύλου ενθαρρύνει τους αιτούντες άσυλο να καταφεύγουν σε αυτό», λέει η Μάρα Κέσλερ της ΜΚΟ Refugee Law Clinic που παρέχει νομικές συμβουλές.
Κάποιοι από τους πελάτες της υποβάλλουν αυτή τη στιγμή την τρίτη τους αίτηση. «Αλλά, αν λείπει πράγματι κάποιο στοιχείο, η αίτηση κρίνεται απαράδεκτη. Και τότε όλα ξεκινούν από την αρχή». Πέρυσι, 2.700 άνθρωποι ― κυρίως Πακιστανοί και Αφγανοί ― υπέβαλαν μεταγενέστερη αίτηση στην Ελλάδα. Η συντριπτική πλειονότητα αυτών των αιτήσεων, 2.372 για την ακρίβεια, κρίθηκαν απαράδεκτες.
Αυτή η αδιέξοδη κατάσταση ― να ζει κανείς σε συνεχή αβεβαιότητα ― έχει αρνητικές επιπτώσεις στην ψυχική υγεία, λέει η κλινική ψυχολόγος Εύα Πετράκη, που εργάζεται για τους MSF από το φθινόπωρο του 2019. Ο εγκλεισμός κατά τη διάρκεια των λοκντάουν έκανε την κατάσταση πολύ χειρότερη: «Δεν υπήρχε τίποτα να κάνουμε, οπότε είχαν όλο αυτό το χρόνο ελεύθερο για να σκεφτούν σχετικά με το πού βρίσκονταν, το τι είχαν περάσει», λέει η Πετράκη.
«Οι αναδρομές και οι παρεμβατικές σκέψεις αυξάνονταν. Οι άνθρωποι σκέφτονταν επίσης περισσότερο το μέλλον, και οι σκέψεις αυτές ήταν αρνητικές. Πολλοί έχασαν την ελπίδα τους, επειδή προσπαθούσαν μεν να σκέφτονται θετικά και να παραμένουν ενεργοί μέσω εθελοντισμού, συνεδριών με ψυχολόγους και άλλων δραστηριοτήτων, αλλά αυτό αποδείχτηκε άσκοπο. Κατά τη διάρκεια των λοκντάουν, βρέθηκαν τελείως μόνοι και απομονωμένοι».
Πολλοί εξ αυτών τα παράτησαν. Η Πετράκη λέει στο Solomon πως η κυρίαρχη σκέψη ήταν: «Δεν μπορώ άλλο πια».
«Μια καταθλιπτική κατάσταση εκδηλωνόταν με προβλήματα ύπνου, κόπωση, εξάντληση χωρίς να κάνουν τίποτα. Οδήγησε επίσης στην αύξηση των αυτοκτονικών σκέψεων και απόπειρων αυτοκτονίας. Αυτά τα συμπτώματα οφείλονται στην αβεβαιότητα για το μέλλον, τη μακρά αναμονή και την προοπτική του νέου στρατοπέδου».
Παρόλο που ο εγκλεισμός τελείωσε, ο αριθμός των απόπειρων αυτοκτονίας εξακολουθεί να παρουσιάζει αύξηση. Τον Ιούνιο, ένας Κονγκολέζος αιτούντας άσυλο πήρε χάπια μετά από μια αποτυχημένη προσπάθεια να φύγει από το νησί. «Αν αυτός ο άνθρωπος πεθάνει, οι Κονγκολέζοι θα γίνουν έξαλλοι. Τότε ίσως ξεκινήσει μια πυρκαγιά ή συμβεί κάτι άλλο. Φοβάμαι», λέει η Ερμίν από το Καμερούν.
Ο Άλφα δεν κατανοεί τη λογική της ευρωπαϊκής πολιτικής ασύλου: «Η Ευρώπη δεν ξέρει τι κάνει. Τι θέλουν να πετύχουν με όλα αυτά; Ότι μια μέρα θα αυτοκτονήσουμε όλοι»;
Πρόσθετα τραύματα
Η Ερμίν είναι μία από τις περίπου 200 γυναίκες που ζουν μόνες στον καταυλισμό. Οι περισσότερες δεν αισθάνονται ασφαλείς.
«Φανταστείτε να ζείτε μόνη σας σε μια ζούγκλα, περιτριγυρισμένη από σχεδόν χιλίους ανθρώπους, κυρίως άνδρες. Είναι εξαιρετικά δύσκολο να αισθάνεσαι ασφαλής όταν είσαι εκτεθειμένη σε πολλαπλές μορφές βίας», λέει η Άννα Μολίνα, συντονίστρια ενός ασφαλούς χώρου για γυναίκες στο νησί, που δημιούργησαν οι Samos Volunteers.
«Βρισκόμαστε συνεχώς σε ένα αγχωτικό και αβέβαιο περιβάλλον. Βγαίνω από τη σκηνή μου μόνο αν πραγματικά πρέπει», δήλωσε μια 20χρονη Αφγανή στη Glocal Roots, μια ελβετική εθελοντική οργάνωση που διαχειρίζεται τον έτερο ασφαλή χώρο για γυναίκες στη Σάμο.
Η αβεβαιότητα, η απογοήτευση, και η αυξημένη χρήση αλκοόλ κατά τη διάρκεια της πανδημίας οδήγησαν σε περισσότερη σεξουαλική και έμφυλη βία στον καταυλισμό. Παρόλο που οι ψυχολόγοι ανέφεραν περιστατικά βιασμών στη διοίκηση του καταυλισμού, υποστηρίζουν πως κανένα μέτρο δεν ελήφθη. «Μια γυναίκα από το Καμερούν βιάστηκε επανειλημμένα, αλλά κανείς δεν της παρείχε ένα ασφαλές μέρος. Μια φορά προσπάθησε να αυτοκτονήσει πίνοντας χλώριο», λέει η Πετράκη στο Solomon.
Κάποια στιγμή, τον Μάρτιο, η Πετράκη έλαβε ένα μήνυμα στο WhatsApp αργά το βράδυ: Είναι εδώ, μου επιτίθενται, δεν ξέρω τι να κάνω, ελάτε να με σώσετε. «Μάλλον άρχισε να ουρλιάζει, κάτι που πρέπει να ανησύχησε τη γυναίκα που έμενε δίπλα της. Πήρε το τηλέφωνο και άρχισε να συνομιλεί μαζί μου. Της εξήγησα σε σπαστά γαλλικά πώς να παρηγορήσει και να φροντίσει την τραυματισμένη γυναίκα μέχρι την επόμενη συνεδρία μας».
Οι MSF στη Σάμο ζητούν συχνά την υποστήριξη των γειτόνων των αιτούντων άσυλο που κουράρουν, ειδικά όταν πρόκειται για «ανύπαντρες αφρικανές γυναίκες. «Οι γείτονες, κι όχι οι αρχές, μπορούν να παρέμβουν άμεσα, όταν κάποιος είναι τόσο απελπισμένος που βλέπει την αυτοκτονία ως τη μόνη λύση», λέει η Πετράκη.
Η γυναίκα που η ίδια παρακολουθεί είχε κακοποιηθεί σεξουαλικά αρκετές φορές στο παρελθόν, στην πατρίδα της, και κατά τη διάρκεια του ταξιδιού της στην Ευρώπη. Οι διακινητές την ανάγκασαν να καταφύγει στην πορνεία. Την υποχρέωσαν, επίσης, να πουλάει ναρκωτικά. «Αυτή η τραυματισμένη γυναίκα, από ένα τόσο φρικτό περιβάλλον, χρειάστηκε πρώτα να βιαστεί τρεις φορές κι εδώ για να μπορέσει να φύγει. Κανείς δεν την προστάτευε», επαναλαμβάνει η Πετράκη.
Δεν μπορείς να θεραπευτείς από τη σεξουαλική επίθεση σε ένα μέρος όπου χρειάζεται να είσαι συνεχώς σε εγρήγορση. Η Διοτίμα, μια οργάνωση που ειδικεύεται στην αντιμετώπιση της έμφυλης βίας, προσπαθεί να περιορίσει τη ζημιά. Δουλεύουν πάνω στην αποδοχή, κατά τη διάρκεια τεσσάρων ή πέντε συνεδριών. «Προσπαθούμε να διασφαλίσουμε ότι ένας επιζών σεξουαλικής βίας δεν αισθάνεται πλέον ένοχος για ό,τι συνέβη. Όταν υπάρχει ανάγκη για μακροχρόνια θεραπεία, παραπέμπουμε τους ανθρώπους σε οργανώσεις που την προσφέρουν», εξηγεί η ψυχολόγος Σίσσυ Βαζιργιαντζίκη.
Κλειστή ή ανοιχτή δομή;
Μία νέα δομή προσφύγων, που κατασκευάστηκε με κονδύλια της ΕΕ, είναι σχεδόν έτοιμη στη Σάμο. Αλλά κανείς δεν ξέρει πότε θα ξεκινήσει η μετεγκατάσταση των αιτούντων άσυλο. Οι φήμες κάνουν λόγο για τον Σεπτέμβριο. Δεν είναι επίσης σαφές αν θα πρόκειται για ανοικτή ή κλειστή δομή. «Οι αρχές αποφεύγουν τις ερωτήσεις μας σχετικά με τον τύπο του καμπ», λέει στο Solomon η Μαργκερίτα Μομιλιάνο, συντονίστρια ενός εστιατορίου με την ονομασία Armonia, που λειτουργεί από και για τους πρόσφυγες στο νησί.
Η έλλειψη πληροφόρησης και η προοπτική του εγκλεισμού στη μέση του πουθενά ― ο νέος καταυλισμός βρίσκεται 15 χιλιόμετρα από την πρωτεύουσα Βαθύ και 40 λεπτά με τα πόδια από το πλησιέστερο χωριό ― έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση του άγχους και των απόπειρων αυτοκτονίας. Η Momigliano λέει: «Προφανώς κανείς δεν θέλει να βρίσκεται σε αυτό το μέρος, σε αυτή την έρημο χωρίς σκιά, μακριά από τα προγράμματα των οργανώσεων».
«Αν και οι συνθήκες στον σημερινό καταυλισμό είναι τρομερές, οι άνθρωποι μπορούν τουλάχιστον να χαλαρώσουν λιγάκι πηγαίνοντας μια βόλτα στο Βαθύ, ή πίνοντας έναν καφέ. Αυτό δεν θα είναι πλέον εφικτό στο νέο καμπ», λέει η ψυχολόγος Βαζιργιαντζίκη. Η ίδια έχει ήδη παρατηρήσει ότι οι άνθρωποι που μεταφέρθηκαν από τη Σάμο σε απομακρυσμένους καταυλισμούς στην ηπειρωτική χώρα υποφέρουν, επειδή τους λείπει η επαφή με τον έξω κόσμο.
Φυγή ή αναμονή;
Ορισμένοι είναι τόσο αποφασισμένοι, που προσπαθούν να φύγουν από το νησί με κάθε κόστος. Κάποιες οργανώσεις αναφέρουν ότι και οι έλεγχοι έχουν γίνει λιγότερο αυστηροί. Σύμφωνα με την Μομιλιάνο, πολλοί είναι εκείνοι που αγοράζουν εισιτήριο για το πλοίο.
«Εάν η αστυνομία δεν ελέγξει τα έγγραφά τους, η προσπάθεια τους μπορεί να έχει επιτυχία. Όσοι δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να αγοράσουν εισιτήριο, μπορούν να χωθούν κάτω από κάποιο φορτηγό που θα επιβιβαστεί στο πλοίο, αλλά συνήθως τους βρίσκουν».
Άλλοι εκλιπαρούν για μια «βεβαίωση ψυχολογικής δυσφορίας», που θα τους επιτρέψει να φύγουν από το νησί. Οι ψυχολόγοι των MSF εκδίδουν μια τέτοια βεβαίωση, αλλά οι αρχές δεν τη δέχονται επειδή δεν προέρχεται από κρατικό ψυχίατρο. Από την άλλη, το να καταφέρει κανείς να κλείσει ραντεβού στο νοσοκομείο είναι πολύ δύσκολο. «Η κατάστασή του θα πρέπει να είναι πραγματικά απελπιστική», λέει η Πετράκη.
Προς το παρόν, ο Αλ Χουσεΐν απασχολεί τον εαυτό του, για να μην σκέφτεται πολύ.
«Περιφέρομαι συνεχώς τριγύρω ανώφελα. Προσπαθώ να ενημερωθώ για την κατάσταση της αίτησής μου. Φροντίζω για το φαγητό μου», λέει. «Πρέπει να έχω κάτι να κάνω. Διαφορετικά δεν θα αντέξω άλλο».
*Αυτό το ρεπορτάζ πραγματοποιήθηκε με την υποστήριξη του Pascal Decroos / European Journalism Fund.