Τους τελευταίους μήνες ό,τι γνωρίσαμε ως «προσφυγικό» βρίσκεται και πάλι ψηλά στην ατζέντα της δημόσιας συζήτησης, με όρους διαφορετικούς σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια. Ποιοι είναι τελικά οι άνθρωποι που φτάνουν στην χώρα μας από τα ανατολικά;
-
- Πρόκειται όχι για πρόσφυγες, αλλά για «παράνομους μετανάστες που δεν δικαιούνται ανθρωπιστική βοήθεια», όπως έχει υποστηρίξει ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης, Μάκης Βορίδης;
- Έχουμε να κάνουμε με «κυρίως νέους άνδρες που έχουν οικονομική δυνατότητα», όπως έχει αναφέρει ο ίδιος ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης;
- Θα πρέπει να απελαθεί το 93% όσων βρίσκονται στα νησιά του Αιγαίου, όπως έχει δηλώσει ο υπουργός Ανάπτυξης, Άδωνις Γεωργιάδης;
- Και ήταν πράγματι, όπως έχει πει η βουλευτής Ντόρα Μπακογιάννη, οι αφίξεις λίγες τα περασμένα χρόνια και πλέον πολλές;
Από την ανάληψη της εξουσίας τον Ιούλιο του 2019 έως και σήμερα, το «μεταναστευτικό», όπως τα στελέχη της Νέας Δημοκρατίας έχουν επιλέξει να αναφέρονται στο ζήτημα της μαζικής άφιξης ανθρώπων στην Ελλάδα, έχει εξελιχθεί σε ζήτημα κεντρικής σημασίας για την κυβέρνηση. Τόσο σε επίπεδο νομοθετικού έργου και πολιτικού σχεδιασμού, με την ψήφιση του νομοσχεδίου για το άσυλο και την πρόσφατη πρωτοβουλία για τον διορισμό Εθνικής Συντονίστριας για τους ασυνόδευτους ανήλικους πρόσφυγες, όσο και μέσα από τις τακτικές αναφορές στελεχών της στο ζήτημα.
Ποια είναι όμως η πραγματικότητα πίσω από τις δηλώσεις; Αναλύσαμε όλα τα διαθέσιμα δεδομένα και συνομιλήσαμε με πηγές που έχουν παρουσία στο πεδίο των ελληνικών νησιών που υποδέχονται μετακινούμενους πληθυσμούς, έχοντας ως σκοπό να διαπιστώσουμε: Τι ισχύει πράγματι από όσα έχουν αναφερθεί από την κυβέρνηση σχετικά με το «μεταναστευτικό» τους τελευταίους μήνες;
Πόσες είναι πραγματικά οι αφίξεις
Στις 20 Νοεμβρίου 2019, κατά τη διάρκεια παρουσίας της σε τηλεοπτική εκπομπή, η βουλευτής Ντόρα Μπακογιάννη δήλωσε: «Επί τέσσερα χρόνια οι αφίξεις ήταν μικρές και δεν έγιναν βήματα. Και φτάσαμε να έχουμε την ντροπή της Μόριας. Σήμερα οι αφίξεις είναι 1.000 την ημέρα, μιλάμε για μεγάλη διαφορά».
Τι, πραγματικά, συμβαίνει ως προς τον αριθμό που παραθέτει η βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας; Η απάντηση θα μπορούσε να δοθεί από τον Έλληνα πρωθυπουργό και την αντίστοιχη δική του δήλωση την ίδια ακριβώς ημέρα.
Μιλώντας σε συνέδριο του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος στο Ζάγκρεμπ, ο Κυριάκος Μητσοτάκης ανέφερε πως η Ελλάδα δέχεται πλέον «κατά μέσο όρο 500 αιτούντες άσυλο την ημέρα». Ωστόσο, η μελέτη των διαθέσιμων στοιχείων δείχνει πως ακόμα και οι εκτιμήσεις του ίδιου του πρωθυπουργού είναι, ίσως, λίγο υπερβολικές.
Τα στοιχεία που αναλύσαμε προέρχονται από δύο πηγές: από τα ημερήσια δελτία που εκδίδει η Γενική Γραμματεία Ενημέρωσης & Επικοινωνίας και από τις εβδομαδιαίες και μηνιαίες σχετικές εκθέσεις της Ύπατης Αρμοστείας.
Όπως προκύπτει, την εβδομάδα κατά την οποία έγινε η παραπάνω δήλωση (18-24 Νοεμβρίου 2019) οι αφίξεις ήταν 3.281, ήτοι 469 ημερησίως. Δηλαδή λιγότερες από μισές από όσες η Ντόρα Μπακογιάννη αναφέρει και αρκετά κοντά στην εκτίμηση του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Ανατρέχοντας όμως στα στοιχεία και των προηγούμενων εβδομάδων, διαπιστώνει κανείς πως από την ημέρα της ανάληψης των καθηκόντων της νέας κυβέρνησης, πέρα από την εβδομάδα 18-24 Νοεμβρίου 2019, μόλις μία ακόμη ήταν η εβδομάδα που προσεγγίστηκε έστω ο μέσος όρος που ανέφερε ο πρωθυπουργός.
Συγκεκριμένα, την εβδομάδα 23-29 Σεπτεμβρίου 2019 οι αφίξεις ήταν συνολικά 3.223, δηλαδή 460 ημερησίως. Ο ημερήσιος μέσος όρος των αφίξεων κατά τους μήνες διακυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας έχει ως εξής: τον Ιούλιο έφτασαν κατά μέσο όρο κάθε ημέρα στα νησιά του Αιγαίου 161 άτομα (5.008 συνολικά), τον Αύγουστο κατά μέσο όρο κάθε ημέρα 257 άτομα (7.712 σύνολο), τον Σεπτέμβριο 352 ημερησίως (10.551 σύνολο), τον Οκτώβριο 290 (8.996 σύνολο) και τον Νοέμβριο 271 (8.409 σύνολο). Ο μέσος όρος αφίξεων στους πέντε μήνες διακυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας είναι 266 ημερησίως.
Πόσο μικρότερες ήταν πραγματικά οι αφίξεις τα προηγούμενα χρόνια;
Αν και η βουλευτής δήλωσε πως τα προηγούμενα χρόνια οι αφίξεις ήταν μικρές, τα διαθέσιμα στοιχεία τη διαψεύδουν. Στη σχετική βάση δεδομένων της Ύπατης Αρμοστείας, το 2014 είναι η πρώτη χρονιά για την οποία υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία: Καταγράφηκαν τότε συνολικά 41.038 αφίξεις δια θαλάσσης.
Η μελέτη των στοιχείων δείχνει πως, σε σύγκριση με το 2019, οι αφίξεις δεν ήταν μικρότερες κατά τα προηγούμενα τέσσερα έτη – για την ακρίβεια τουλάχιστον όχι για όλα. Το 2015, που το προσφυγικό βρέθηκε στην κορύφωσή του, οι αφίξεις ήταν 856.723. Το 2016 ήταν 173.450, δηλαδή τριπλάσιες από το 2019. Μείωση υπήρξε πρώτη φορά το 2017, οπότε καταγράφηκαν 29.718 αφίξεις δια θαλάσσης, και 32.494 το 2018.
Φέτος, (έως και τις 24 Νοεμβρίου 2019) οι αφίξεις από την θάλασσα είναι 52.719. Πράγματι, είναι σημαντικά περισσότερες σε σύγκριση με το 2018 και σχεδόν διπλάσιες του 2017.
Αν, ωστόσο, θεωρήσουμε ότι πρέπει να συγκριθεί μόνο το διάστημα των πέντε μηνών διακυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας με τα αντίστοιχα (Ιούλιος-Νοέμβριος) των προηγούμενων χρόνων έως το 2016, τότε οι αριθμοί παρουσιάζονται όντως αυξημένοι φέτος, αγγίζοντας τις 40.676 αφίξεις στα νησιά του Αιγαίου. Πέρυσι, στο ίδιο διάστημα, οι αφίξεις ήταν 15.850 ενώ το 2017 ήταν 18.068. Το 2016 ήταν 13.408, αλλά το 2015 ήταν πολλαπλάσιες σε σχέση με όλα τα υπόλοιπα έτη μαζί, ήτοι 672.777.
Τι εθνικότητας είναι οι άνθρωποι που φτάνουν στα νησιά;
Τα στελέχη της κυβέρνησης έχουν επανειλημμένα υποστηρίξει πως οι αφίξεις στα νησιά αφορούν μετανάστες και όχι πρόσφυγες. Χαρακτηριστικά, την 1η Οκτωβρίου 2019, το πλέον αρμόδιο στέλεχος της κυβέρνησης, ο αναπληρωτής Υπουργός Προστασίας του Πολίτη, Γιώργος Κουμουτσάκος, που έχει το χαρτοφυλάκιο για τη μεταναστευτική πολιτική, μιλώντας σε τηλεοπτική εκπομπή έκανε λόγο για «μεταναστευτικό και όχι προσφυγικό πρόβλημα».
Το ζήτημα της σύνθεσης του πληθυσμού των αφίξεων αποτελεί θέμα στο οποίο έχει επιλέξει να αναφερθεί και ο ίδιος ο πρωθυπουργός. Τρεις ημέρες μετά την δήλωση του αναπληρωτή υπουργού, εγκαινιάζοντας την «Ώρα του Πρωθυπουργού», ο Κυριάκος Μητσοτάκης απάντησε σε σχετική ερώτηση του Γραμματέα του ΜέΡΑ25, Γιάνη Βαρουφάκη, για το προσφυγικό και την κατάσταση στην Μόρια:
«Το 2015 Σύριοι, οι οποίοι έφευγαν απεγνωσμένοι, εγκαταλείποντας τις εστίες τους για να γλιτώσουν από τον πόλεμο, αντιπροσώπευαν περίπου το 75% των εισερχομένων στη χώρα μας. Προφανώς, ήταν σχεδόν όλοι πρόσφυγες. Είχαν προσφυγικό προφίλ. Σήμερα, όμως, Σύριοι είναι μόλις δύο στους δέκα. Το 50% είναι Αφγανοί και Πακιστανοί. Μετακινούνται οργανωμένα από διακινητές, καθώς επίσης και μετανάστες από την υποσαχάρια Αφρική, από τη Σομαλία, από το Κονγκό και από άλλες γειτονικές χώρες».
Πράγματι, στους Σύρους που αποτέλεσαν την πλειοψηφία των αφίξεων το 2015 αντιστοιχεί, σύμφωνα με τα στοιχεία της Υπηρεσίας Ασύλου, καθολικό ποσοστό αναγνώρισης προσφυγικής ιδιότητας, κατά 99.6%. Από την 1η Ιανουαρίου 2019 έως και τη 31η Οκτωβρίου 2019, τελευταία ημερομηνία για την οποία υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία από την Ύπατη Αρμοστεία, οι Σύριοι αντιστοιχούν στο 27.6% των αφίξεων. Τι ισχύει, όμως, όσον αφορά στο υπόλοιπο σκέλος της δήλωσης του πρωθυπουργού και την αναφορά του στην σύνθεση του πληθυσμού κατά 50% από Αφγανούς και Πακιστανούς;
Η ομαδοποίηση Αφγανών και Πακιστανών μοιάζει να είναι αυθαίρετη, αφενός λόγω της διαφορετικής αριθμητικής παρουσίας των δύο εθνικοτήτων και αφετέρου εξαιτίας των διαφορετικών χαρακτηριστικών των δύο πληθυσμιακών ομάδων, τα οποία επιφέρουν διαφορετική αντιμετώπιση ως προς την παροχή διεθνούς προστασίας.
Ας σημειωθεί πως τον περασμένο Ιούνιο, το Αφγανιστάν ανακηρύχθηκε η πιο επικίνδυνη χώρα για να ζει κανείς, μπροστά ακόμη και από την Συρία. Οι Αφγανοί υπήκοοι αντιστοιχούν στο 37.4% του συνόλου των αφίξεων, ή αλλιώς σε 16.681 ανθρώπους, τη στιγμή που οι Πακιστανοί υπήκοοι είναι σημαντικά λιγότεροι: μόλις 0.3% του συνόλου, ή αλλιώς 114 άτομα.
Αθροιστικά, λοιπόν, Αφγανοί και Πακιστανοί δεν αφορούν το 50% του συνόλου, αλλά βρίσκονται ελαφρά κάτω του 38%.
Επιπλέον, υπάρχει μεγάλο χάσμα στον βαθμό αναγνώρισής τους ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας: με βάση τα στοιχεία της Υπηρεσίας Ασύλου, οι μεν Αφγανοί βρίσκονται μεταξύ των εθνικοτήτων που λαμβάνουν συχνότερα άσυλο, οι δε Πακιστανοί στον αντίποδα. Το Αφγανιστάν έχει ποσοστό αναγνώρισης 72.4%, δηλαδή περισσότεροι από δύο στους τρεις αιτούντες αναγνωρίζονται ως δικαιούχοι διεθνούς προστασίας. Αντιθέτως, το Πακιστάν έχει ποσοστό αναγνώρισης μόλις 2.5%: ουσιαστικά ένας στους 40.
Ο συμψηφισμός των δύο εθνικοτήτων αποστρέφει την προσοχή από το γεγονός πως οι Αφγανοί, που έχουν σημαντικά καλύτερη τύχη ως προς την απόδοση ασύλου, είναι 146 φορές περισσότεροι από τους Πακιστανούς.
Ως προς τους μετανάστες από την υποσαχάρια Αφρική, αξίζει να σημειωθεί πως οι Σομαλοί, στους οποίους αναφέρθηκε ο πρωθυπουργός, βρίσκονται μεταξύ των δέκα εθνικοτήτων που λαμβάνουν συχνότερα άσυλο στην Ελλάδα, με ποσοστό 89.4%. Για όσους προέρχονται από την Ερυθραία αντιστοιχεί ποσοστό 89.7% και για το Σουδάν 60.6%. Και οι δύο χώρες βρίσκονται επίσης μεταξύ των δέκα εθνικοτήτων που λαμβάνουν συχνότερα άσυλο.
Δικαιούνται διεθνούς προστασίας ή όχι;
Στις αρχές Οκτωβρίου, περίοδο κατά την οποία το υπουργικό συμβούλιο ενέκρινε το νομοσχέδιο για το Άσυλο, που στην συνέχεια έγινε νόμος του κράτους, πολλά προβεβλημένα στελέχη της κυβέρνησης αναφέρθηκαν δημοσίως στο «μεταναστευτικό».
Μιλώντας σε ραδιοφωνική εκπομπή, ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης, Μάκης Βορίδης, δήλωσε: «Η ανάλυση των συγκεκριμένων ροών είναι 65% Αφγανοί, 15% από χώρες της Αφρικής, 10% από την Τυνησία, το Μαρόκο κλπ. Υπάρχουν Τούρκοι που ζητούν άσυλο γιατί διώκονται από τον Ερντογάν και οι Σύροι είναι πλέον ελάχιστοι. Αυτοί λοιπόν είναι παράνομοι μετανάστες και δεν δικαιούνται ανθρωπιστικής προστασίας. Έχουν ανθρώπινα δικαιώματα, τα οποία πρέπει να γίνουν σεβαστά κατά την εξέταση της αιτήσεως του ασύλου, αλλά ως εκεί».
Υπάρχει ωστόσο σημαντικός βαθμός αναντιστοιχίας ανάμεσα στα στοιχεία της Ύπατης Αρμοστείας και σε όσα ο υπουργός αναφέρει.
Όπως είδαμε, οι Αφγανοί δεν αντιστοιχούν στο 65% των αφίξεων αλλά στο 37.4%, ενώ και οι Σύριοι δεν «είναι πλέον ελάχιστοι», αφού αντιστοιχούν στο 27.6% των αφίξεων και είναι η δεύτερη εθνικότητα με τις περισσότερες αφίξεις.
Μάλιστα, ο Οκτώβριος, μήνας πραγματοποίησης της παραπάνω δήλωσης, εξελίχθηκε σε μήνα κατά τον οποίο οι Σύριοι βρέθηκαν και πάλι πρώτοι ως προς τον αριθμό των αφίξεων, λόγω της εισβολής της Τουρκίας στην βορειοδυτική Συρία. Από τους 8.996 ανθρώπους που έφτασαν στα νησιά του Αιγαίου εντός του μήνα, το 37% ήταν από την Συρία.
Τα διαθέσιμα στοιχεία διαψεύδουν τις αφίξεις κατά «10% από την Τυνησία, το Μαρόκο κλπ». Χαρακτηριστικό είναι πως οι αφίξεις από την άλλη χώρα του Μαγκρέμπ, την Αλγερία, από την έναρξη του έτους έως και σήμερα αντιστοιχούν σε 0,1%, ή αλλιώς σε μόλις 25 άτομα. Τυνησία και Μαρόκο περιλαμβάνονται στην κατηγορία «Άλλοι» της Ύπατης Αρμοστείας, όπου τοποθετούνται όσες χώρες δεν έχουν σημαντικό αριθμό αφίξεων στην Ελλάδα.
Ενδεικτικά, πέραν των αφίξεων από το Αφγανιστάν και την Συρία που αφορούν αθροιστικά το 56% των αφίξεων, οι αφίξεις πολιτών από το Κονγκό αφορούν το 7.3%, από το Ιράκ το 6.7%, από την Παλαιστίνη το 5.6% και από το Ιράν το 1.8%.
Την ίδια ημέρα με την δήλωση του Μάκη Βορίδη, ο υπουργός Ανάπτυξης, Άδωνις Γεωργιάδης, μιλώντας στον ANT1 είπε πως με βάση τα σημερινά δεδομένα, θα πρέπει να απελαθεί το 93% των ανθρώπων που φτάνουν στα ελληνικά νησιά.
Βέβαια, με βάση πράγματι τα σημερινά στοιχεία, αυτό φαντάζει πρακτικά αδύνατο. Οι εθνικότητες στις οποίες αποδίδεται ο σημαντικότερος όγκος αφίξεων στα νησιά, συγκαταλέγονται μεταξύ εκείνων στις οποίες, έως και σήμερα, αποδίδεται συχνότερα άσυλο, διότι προέρχονται από εμπόλεμες ζώνες.
Σύμφωνα με την Υπηρεσία Ασύλου, λοιπόν, οι πολίτες αυτών των χωρών λαμβάνουν συνηθέστερα διεθνή προστασία: Συρία (99.6%), Αφγανιστάν (72.4%), Ιράκ (69.2%), Ιράν (60.7%), Παλαιστίνη (97.8%).
Παρότι αφορούν ποσοστό που ξεπερνά το 15% των αφίξεων, οι πολίτες των χωρών αυτών παραμένουν αόρατοι στις δηλώσεις των στελεχών της κυβέρνησης. Δεν είναι οι μόνοι όμως. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει υποστηρίξει πως οι αφίξεις αφορούν κατά βάση νέους άνδρες, που μάλιστα δείχνουν να έχουν οικονομική δυνατότητα.
Είναι οι αιτούντες άσυλο κυρίως άντρες;
Η πραγματικότητα είναι πως με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία τόσο για τα νησιά, όσο και για όσους διαμένουν μέσω του προγράμματος ESTIA στην ενδοχώρα, η πλειοψηφία των αφίξεων από τις επικρατέστερες εθνικότητες έχουν φτάσει στην Ελλάδα με την μορφή μεγάλων οικογενειών.Περισσότερo από το 1/3 των αφίξεων μέσα στο 2019 αφορά παιδιά και περίπου 35% των αφίξεων αντιστοιχεί στους άνδρες μεταξύ 18-39 χρονών.
Τον Νοέμβριο το Solomon MAG βρέθηκε στην Λέσβο. Με βάση την παρουσία μας στην Μόρια και στο υπόλοιπο νησί, οι τιμές που χρειάζεται να καταβάλλουν οι πρόσφυγες και μετανάστες για να περάσουν από τα τουρκικά παράλια στα ελληνικά νησιά, τους τελευταίους μήνες εμφανίζονται σημαντικά μειωμένες σε σύγκριση με προηγούμενα χρόνια, όταν οι διακινητές απευθύνονταν κυρίως στην μεσαία τάξη που εγκατέλειπε την Συρία και είχε μεγαλύτερες οικονομικές δυνατότητες.
Προκειμένου να μπορέσουν να προσεγγίσουν και τους -φτωχότερους- Αφγανούς, οι διακινητές έχουν ρίξει τις τιμές. Έτσι, οι άνθρωποι με τους οποίους συνομιλήσαμε ανέφεραν τιμές που κυμαίνονταν μεταξύ 500, 700, ή 1.000 ευρώ.
Κάτι που ίσχυε και τα προηγούμενα χρόνια είναι πως οι διακινητές προσφέρουν ορισμένες διευκολύνσεις στους πελάτες τους: συχνά δίνεται η δυνατότητα της καταβολής της πληρωμής αφού ολοκληρωθεί το ταξίδι.
Ο αντίλαλος των ΜΜΕ
Η ανάλυσή μας δείχνει πως, πέρα των ανακριβειών σχετικά με τον αριθμό των αφίξεων και τα δημογραφικά χαρακτηριστικά του μετακινούμενου πληθυσμού, η επιλογή των στελεχών της κυβέρνησης για αναφορά σε αποκλειστικά μεταναστευτικές ροές, δηλαδή σε πληθυσμούς οι οποίοι δεν δικαιούνται διεθνούς προστασίας, δεν ανταποκρίνεται στα δεδομένα που αντικατοπτρίζουν την πραγματικότητα στα νησιά του Αιγαίου σήμερα.
Ωστόσο, τα στελέχη της Νέας Δημοκρατίας δεν είναι τα μόνα που διατηρούν αυτή την στάση στο ζήτημα. Από τον Ιούλιο κι έπειτα, η πλειοψηφία των Μέσων έχει υιοθετήσει την οπτική της κυβέρνησης: έτσι, η είδηση που το 2016 θα παρουσιαζόταν ως «συμπλοκές μεταξύ προσφύγων στην Μόρια» έγινε «συμπλοκές μεταξύ μεταναστών» και οι καθημερινές ενημερώσεις σχετικά με τις αφίξεις, στα τηλεοπτικά δελτία ειδήσεων, δεν κάνουν πλέον λόγο για «αριθμό προσφύγων» αλλά «αριθμό μεταναστών».
Ενδεικτικό, και δίχως να εξαντλείται το φαινόμενο σε αυτό, είναι το παράδειγμα που ακολουθεί. Στο σχετικό ρεπορτάζ του CNN Greece στις 14 Οκτωβρίου 2019, η συμπλοκή μεταξύ Σύριων και Αφγανών, εθνικοτήτων στις οποίες αποδίδεται διεθνής προστασία κατά 99.6% και 72.4%, αντίστοιχα, παρουσιάζεται με τον τίτλο «Σάμος: Συμπλοκές μεταξύ μεταναστών – Τρεις τραυματίες».
Η χρήση φορτισμένης γλώσσας στη θέση ορολογίας που περιγράφει τεχνικά το ζήτημα και ανταποκρίνεται σε καθιερωμένους ορισμούς, προσφέρει το πεδίο για την επιστροφή λεκτικών επιλογών που τα τελευταία χρόνια έδειχναν να έχουν εξασθενήσει. Μπορεί η Χρυσή Αυγή να έχει βρεθεί εκτός Βουλής, αλλά ο όρος «λαθρομετανάστης» εξακολουθεί να βρίσκει χώρο στα Μέσα και ξανά όλο και πιο έντονα στην πολιτική σκηνή. Μάλιστα, όχι μόνο από την Ελληνική Λύση και ορισμένα στελέχη της Νέας Δημοκρατίας, όπως ίσως θα ανέμενε κανείς, αλλά πλέον ακόμη και από έναν πρώην πρωθυπουργό.