18 / 03 / 2020

Πώς τα νησιά του Αιγαίου έγιναν αποθήκες ψυχών

Σαν σήμερα, πριν από 4 χρόνια, υπεγράφη η Κοινή Δήλωση ΕΕ-Τουρκίας με σκοπό τον περιορισμό των προσφυγικών ροών.

Credits

Ρεπορτάζ:

Επιμέλεια:

Tags:

Μια «ιστορική» μέρα

Στην ατμόσφαιρα εκείνο το βράδυ υπήρχε μια αίσθηση αισιοδοξίας.

Βγαίνοντας από την αίθουσα συνεδριάσων και προχωρώντας σε δηλώσεις, ο Τούρκος πρωθυπουργός Αχμέτ Νταβούτογλου χαρακτήρισε την ημέρα «ιστορική». Ο Έλληνας ομόλογός του Αλέξης Τσίπρας έκανε λόγο για «διπλωματική νίκη της Ελλάδας».

Κι από πλευράς τους, τόσο ο πρόεδρος της Κομισιόν Ζαν Κλοντ Γιούνκερ όσο και η γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ, εμφανίστηκαν εξίσου ικανοποιημένοι.

Ήταν 18 Μαρτίου 2016 και στις Βρυξέλλες είχαν μόλις ολοκληρωθεί δύο ημέρες εντατικών διαβουλεύσεων. Επρόκειτο για ακόμη μια συνάντηση ανάμεσα στους ηγέτες των 28 κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την τουρκική πλευρά, ως επιστέγασμα των σχετικών επαφών που είχαν ξεκινήσει ήδη σχεδόν μισό χρόνο νωρίτερα, τον Νοέμβριο του 2015.

Αντικείμενο της διαπραγμάτευσης αποτελούσε η πρόταση που είχε τεθεί στο τραπέζι από τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ, με σκοπό την εύρεση της πολυπόθητης λύσης στο πιο καυτό ζήτημα που οι χώρες της Ευρώπης αντιμετώπιζαν: τις προσφυγικές ροές που έφταναν σε αυτές μέσω Τουρκίας.

Περισσότεροι από 850.000 πρόσφυγες είχαν περάσει από τα τουρκικά παράλια στα νησιά του Αιγαίου τον προηγούμενο χρόνο. Οι περισσότεροι είχαν συνεχίσει το ταξίδι τους προς χώρες της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης, δια της βαλκανικής οδού.

Η Κοινή Δήλωση ΕΕ-Τουρκίας (συχνά αναφέρεται ως «Συμφωνία») που υπογράφηκε εκείνη την ημέρα, θεωρούνταν πως θα επιτύγχανε την ανάσχεση αυτών των ροών.

Τέσσερα χρόνια μετά, η Συμφωνία έχει σημαδέψει την μετέπειτα ευρωπαϊκή πολιτική σχετικά με την αντιμετώπιση προσφυγικών και μεταναστευτικών πληθυσμών. Αλλά και την πραγματικότητα εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων.

Τι προέβλεπε η Συμφωνία

Το περιεχόμενο της Συμφωνίας, που τέθηκε σε εφαρμογή δύο ημέρες αργότερα, θα μπορούσε να χωριστεί σε δύο μέρη.

Αφενός, προέβλεπε τη χρηματική ενίσχυση της Τουρκίας με 6 δις ευρώ για την υποστήριξη έργων υποδομής (π.χ σχολεία, νοσοκομεία) για τους Σύριους που είχαν αναζητήσει καταφύγιο στη χώρα.

Αφετέρου, εισηγούνταν την συνεργασία ανάμεσα σε Ευρωπαϊκή Ένωση και Τουρκία στο κομμάτι της διαχείρισης των νέων προσφυγικών ροών. Από πλευράς της, λοιπόν, η Τουρκία δεσμεύτηκε να λάβει μέτρα για την αντιμετώπιση των κυκλωμάτων των διακινητών ήδη από τα τουρκικά παράλια.

Με ταβάνι τις 72.000 επιστροφές, επίσης, οι δύο πλευρές συμφώνησαν εφεξής όλοι οι παράτυποι μετανάστες που φτάνουν στα νησιά του Αιγαίου να επιστρέφουν στην Τουρκία. Για κάθε Σύριο πρόσφυγα που θα επέστρεφε σε αυτήν, η Τουρκία θα έστελνε σε χώρες της Ευρώπης κάποιον από τους Σύριους που ζούσαν εγκατεστημένοι στη χώρα.

Καθώς ορίστηκε πως προτεραιότητα για μετεγκατάσταση σε ευρωπαϊκή χώρα θα είχαν όσοι δεν είχαν έως τότε εισέλθει παράτυπα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, εκτιμήθηκε πως αυτό το μέτρο (που ωστόσο αφορούσε μόνο τους Σύριους) θα απέτρεπε νέες αφίξεις από το να φτάσουν στην Ελλάδα.

Όσον αφορά την ελληνική πλευρά, στα πλαίσια της υλοποίησης της Συμφωνίας η Ελλάδα θα λάμβανε επίσης χρηματική υποστήριξη και θα ενισχυόταν με Ευρωπαίους αξιωματούχους: εμπειρογνώμονες από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για το Άσυλο (EASO) για την ταχύτερη διεκπεραίωση των αιτημάτων ασύλου, και προσωπικό της Frontex για την αντιμετώπιση των ροών στα σύνορα.

Τι πραγματικά συνέβη

Αυτά προβλέπονταν στο κείμενο της συμφωνίας.

Σε πρακτικό επίπεδο, όμως, η ενίσχυση των ελληνικών υπηρεσιών με ευρωπαϊκό προσωπικό καθυστερησε σημαντικά. Η πρώην διευθύντρια της Υπηρεσίας Ασύλου, Μαρία Σταυροπούλου, έχει δηλώσει σε συνέντευξή της πως αν και αρχικά υπήρχε υπόσχεση για την αποστολή 400 εμπειρογνώμων του EASO, μόλις 30 έφτασαν στην Ελλάδα.

Ταυτόχρονα, ο EASO δεν φέρεται να συνέβαλε πράγματι στην επίσπευση των διαδικασιών. Οι πληροφορίες μας αναφέρουν πως στο ζήτημα της διεκπεραίωσης των αιτημάτων ασύλου, το μεγαλύτερο μέρος του συνολικού χρόνου αναμονής, που πλέον σε ορισμένες περιπτώσεις ξεπερνά και τον ένα χρονο, αναλογεί στην πλευρά του EASO (καταγραφή και συνέντευξη για μια πρώτη γνωμοδοτηση) έναντι της Υπηρεσίας Ασύλου (τελική συνέντευξη).

Την ίδια στιγμή, η εγχώρια νομοθεσία προέβλεπε οι αιτούντες άσυλο που φτάνουν στα νησιά του Αιγαίου να παραμένουν στα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης (ΚΥΤ), όντες σε καθεστώς περιορισμού της ελευθερίας τους, καθώς οι σχετικές διαδικασίες διεκπεραιώνονται.

Επειδή η χωρητικότητα των ΚΥΤ είναι περιορισμένη και οι πληθυσμοί που διαμένουν σε αυτά την υπερβαίνουν, ωστόσο, στην ουσία λειτουργούν ως ανοιχτές δομές φιλοξενίας. Όπως σημειώνεται, τον θεωρητικό περιορισμό της ελευθερίας τους γρήγορα υποκατέστησε ο γεωγραφικός περιορισμός.

Τι σημαίνει αυτό;

Καθώς η Τουρκία φέρεται να λογίζει ως επιλέξιμους για επιστροφή σε αυτή μόνο αιτούντες άσυλο που παραμένουν στο νησί όπου έφτασαν, όσοι φτάνουν σε Λέσβο, Λέρο, Κω, Σάμο και Χίο λαμβάνουν στο δελτίο τους μια κόκκινη στάμπα. Αυτή ανανεώνεται κάθε μήνα και σηματοδοτεί την απαγόρευση απομάκρυνσης τους από το νησί, με διοικητικές συνέπειες σε περίπτωση καταπάτησης του όρου.

Θεωρητικά, το μέτρο, που με τους χρόνους που απαιτούνται για την εξέταση των αιτημάτων ασύλου οδήγησε σε συνθήκες συνωστισμού στα νησιά, εισήχθη για την καλή εφαρμογη της Συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας. Σκοπός ήταν να διασφαλιστεί ισορροπία ανάμεσα σε επιστροφές (από τα ελληνικά νησιά στην Τουρκία) και μετεγκαταστάσεις (από την Τουρκία σε χώρες της ΕΕ).

Πώς εξελίχθηκαν τα πράγματα στην πράξη ωστόσο; Το ταβάνι των 72.000 επιστροφών στην Τουρκία αποδείχθηκε τουλάχιστον αισιόδοξο. Μέχρι και σήμερα, τέσσερα χρόνια μετά, στην Τουρκία έχουν επιστρέψει ελαφρά περισσότερα από 2.000 άτομα.

Η πραγματικότητα στα νησιά σήμερα

Από το 2016 έως και σήμερα τουλάχιστον 300.000 αιτούντες άσυλο έχουν περάσει από τα ελληνικά νησιά. «Δουλεύει» ή όχι η Συμφωνία, λοιπόν;

Εάν η σύγκριση γίνει με το 2015, όταν και σημειώθηκε η έκρηξη της προσφυγικής κρίσης με περισσότερους από 850.000 πρόσφυγες να περνούν από τα νησιά του Αιγαιου, οι αριθμοί των ετών που ακολούθησαν (7,366 φέτος έως και σήμερα, 59.726 το 2019, 32.494 το 2018, 29.718 το 2017 και 173.450 το 2016) είναι πράγματι σημαντικά μικρότεροι.

Ωστόσο, οι επικριτες της Συμφωνίας υποστηρίζουν πως η μείωση στον αριθμό των αφίξεων δεν οφείλεται αποκλειστικά σε αυτή, αλλά στο ότι ο κύριος παράγοντας έλξης των προσφύγων, δηλαδή τα ανοιχτά σύνορα από τα οποία θα μπορούσαν να συνεχίσουν στην υπόλοιπη Ευρώπη περνώντας στην Ελλάδα, έχει εκλείψει.

Ως αποτέλεσμα, ο συνολικός αριθμός των αιτημάτων για διεθνή προστασία που υποβάλλεται ετησίως στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης παρουσιάζει επίσης μειωση.

Χώρες «δημοφιλείς» για τους αιτούντες άσυλο, όπως η Γερμανία, η Ολλανδία, και οι Σκανδιναβικές (Νορβηγία, Δανία, Σουηδία, Φινλανδία) βλέπουν, ύστερα από την εφαρμογή της Συμφωνίας, τους χαμηλότερους αριθμούς στις αιτήσεις που υποβάλλονται εδώ και χρόνια.

Το 2018, έχοντας μόλις ολοκληρώσει την δεύτερή της θητεια ως διευθύντρια της Υπηρεσίας Ασύλου, η Μαρία Σταυροπούλου δήλωνε πως, με βαση τη νομοθεσία και τις ευρωπαϊκές οδηγίες, μόνο το 16% όσων βρισκονταν στα νησιά του Αιγαίου μπορούσε να επιστραφεί στην Τουρκία.

Ακόμη και αν πρακτικά αφορα ένα τόσο μικρό υποσύνολο του συνολικού πληθυσμού που φτάνει στα νησιά, όμως, η Συμφωνία έχει μετασχηματίσει πλήρως την πραγματικότητα σε αυτά, τόσο εντός όσο κι εκτός των δομών.

Στην ουσία, μετεξελίχθηκε σε μια συνθήκη περιορισμού στο ανατολικό Αιγαίο των ευρωπαϊκών υποχρεώσεων. Το πρόγραμμα μετεγκατάστασης προσφύγων σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες (relocation) σταμάτησε πολύ νωρίς (2017) και έκτοτε, ως επί το πλείστον, η υποστήριξη των ευρωπαϊκών κρατων απέναντι στην Ελλάδα συνίσταται στη διάθεση πόρων, ώστε να συνεχίσει να διαχειρίζεται η ίδια στο έδαφός της τους προσφυγικούς και μεταναστευτικούς πληθυσμούς.

Αυτό φάνηκε και στις -κατά συντριπτική πλειοψηφία- αρνητικές απαντήσεις που έλαβε η ελληνική πλευρά, όταν ζήτησε από τους εταίρους της να μοιραστούν να δεχθούν κι εκείνοι ένα μέρος των ασυνόδευτων ανηλίκων που παραμένουν εκτεθειμένοι στις δομές των νησιών.

Ο αρχιτέκτονας της Συμφωνίας, Gerald Knaus, δήλωσε στο Investigate Europe πως θεωρεί την Συμφωνία επιτυχημένη, καθώς κατόρθωσε να κρατήσει στην Τουρκία το 99% των Σύριων μέσω της οικονομικής ενίσχυσης που δόθηκε στη χώρα.

Χαρακτηρίζει όμως τις συνθήκες που επικρατούν στα νησιά του Αιγαίου «όμοιες με εκείνες που θα επικρατούσαν σε οπισθοδρομικές περιοχές του Πακιστάν». «Είναι απαίσιες, μη-Ευρωπαϊκές και παράνομες. Δεν νομίζω πως θα τις υποστήριζε ο οποιοσδήποτε Ευρωπαίος», υπογράμμισε.

Σήμερα στα πέντε νησιά του Αιγαιου, και σε δομές συνολικής χωρητικότητας 6.178 ατόμων, ζουν 41.405 άνθρωποι.

Και τόσο οι συνθήκες ανασφάλειας στις οποίες είναι εκτεθειμένοι οι άνθρωποι σε αυτά, όσο και οι ειδήσεις για θανάτους, όπως του 6χρονου παιδιού που έχασε τη ζωή του από φωτιά στο ΚΥΤ της Μόριας μια ημέρα πριν συμπληρωθούν τέσσερα χρόνια από την υπογραφή της Συμφωνίας, έχουν πάψει από καιρό να προκαλούν έκπληξη.

More to read

Στήριξε την ανεξάρτητη δημοσιογραφία!

Η ερευνητική δημοσιογραφία απαιτεί χρόνο και πόρους που δεν διαθέτουμε πάντα. Για να μπορέσουμε να συνεχίσουμε να ελέγχουμε την εξουσία και να ασκούμε πίεση, χρειαζόμαστε τη βοήθειά σας.