19 / 04 / 2022

ΕΔΔΑ: «νόμιμες» οι μαζικές επαναπροωθήσεις της Ειδομένης

Σε μιαν απρόσμενη απόφαση, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου αναγνώρισε πως η Βόρεια Μακεδονία είχε επαναπροωθήσει 1.500 αιτούντες άσυλο στην Ελλάδα το 2016, αλλά θεώρησε πως θα μπορούσαν να έχουν ζητήσει άσυλο μέσω άλλων νόμιμων οδών ― οι οποίες δεν υπήρχαν.

Credits

Ρεπορτάζ:

Εικονογράφηση:

Tags:

Μία πολυαναμενόμενη απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ), σχετικά με τη βίαιη επαναπροώθηση περίπου 1.500 αιτούντων άσυλο από τη Βόρεια Μακεδονία στην Ελλάδα το 2016, εγείρει ανησυχίες για τις συνθήκες ως προς τη δυνατότητα υποβολής αιτημάτων ασύλου στην Ευρώπη σήμερα.

Η απόφαση, που εκδόθηκε στις 5 Απριλίου 2022, αναγνώρισε ότι οι αρχές της Βόρειας Μακεδονίας είχαν επαναπροωθήσει βίαια τους αιτούντες άσυλο στην Ελλάδα, δίχως να τους δοθεί το ― προβλεπόμενο από το διεθνές δίκαιο ― δικαίωμα να ζητήσουν άσυλο στη χώρα. Αλλά, διαπίστωσε ότι οι ίδιοι θα μπορούσαν να είχαν ακολουθήσει τις υπάρχουσες «νόμιμες οδούς» για να καταθέσουν το αίτημά τους.

Ωστόσο, τα επίσημα στοιχεία τόσο του κράτους της Βόρειας Μακεδονίας όσο και της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (UNHCR) επιβεβαιώνουν ότι, εκείνη την περίοδο, η χώρα δεν δεχόταν αιτήσεις ασύλου ― και πράγματι δεν εξέδωσε κανένα τέτοιο έγγραφο.

Προασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων προειδοποιούν ότι η απόφαση θα μπορούσε να προσφέρει συγκάλυψη σε πρακτικές των ευρωπαϊκών χωρών που περιορίζουν ή και αρνούνται την πρόσβαση στο άσυλο, κλείνοντας τα σύνορά τους και πραγματοποιώντας παράνομες επαναπροωθήσεις, σε ό,τι περιγράφεται ως «πινγκ πονγκ» με τους αιτούντες άσυλο.

Οκτώ πρόσφυγες κατά της Βόρειας Μακεδονίας

Η υπόθεση αφορά περιστατικά που έλαβαν χώρα τον Μάρτιο του 2016 και αναδεικνύει την αλλαγή που έχει επέλθει στη διαχείριση του προσφυγικού στην Ευρώπη έκτοτε.

Αποκρινόμενες στους περισσότερους από 800.000 αιτούντες άσυλο που κατάφεραν να περάσουν βόρεια μέσω της Ελλάδας και των Βαλκανίων το 2015, οι χώρες στην περιοχή άρχισαν να σφραγίζουν τα σύνορά τους με φράχτες και να αυξάνουν τις συνοριακές δυνάμεις ήδη πριν από το τέλος του έτους.

Τον Φεβρουάριο του 2016, η Ειδομένη, ένα μικρό χωριό περίπου 130 κατοίκων κοντά στα σύνορα με τη Βόρεια Μακεδονία, γέμισε με χιλιάδες εγκλωβισμένους αιτούντες άσυλο.

Πάνω από 10.000 άνθρωποι ζούσαν για εβδομάδες σε δύσκολες συνθήκες στα χωράφια γύρω από το χωριό, καθώς οι ενισχυμένες δυνάμεις της γειτονικής χώρας επέτρεπαν αρχικά την είσοδο μόνο σε συγκεκριμένες εθνικότητες ― Σύριοι, Αφγανοί, και Ιρακινοί, με τους Αφγανούς στη συνέχεια να αποκλείονται ― και μείωναν δραστικά τον αριθμό των καθημερινών εισδοχών.

«Ήταν πολύ άσχημα», λέει η Νταγιάνα από το Χαλέπι, η οποία είχε διαφύγει από τον πόλεμο στη Συρία. «Ζούσαμε σε ένα χωράφι με λάσπη».

Στις 14 Μαρτίου 2016, η Νταγιάνα και η οικογένειά της ήταν μεταξύ των περίπου 1.500 αιτούντων άσυλο που πέρασαν στη Βόρεια Μακεδονία με τα πόδια. Είχαν χωριστεί σε δύο ομάδες και διέσχισαν ένα ποτάμι, με την πορεία τους να μένει γνωστή ως «Πορεία της Ελπίδας».

Αφού εισήλθαν στη Βόρεια Μακεδονία, ήρθαν αντιμέτωποι με κακομεταχείριση.

Ανακαλώντας εκείνη την ημέρα, η Νταγιάνα είπε ότι οι στρατιώτες της Βόρειας Μακεδονίας τους είχαν αναγκάσει να κοιμηθούν κάτω απ’ τη βροχή, και τους είχαν κρατήσει υπό την απειλή όπλων, πριν τους αναγκάσουν να επιστρέψουν στην Ελλάδα το επόμενο πρωί. Η αστυνομία της Βόρειας Μακεδονίας προσήγαγε αρκετούς δημοσιογράφους και φωτορεπόρτερ που συνόδευαν τα δύο γκρουπ.

Η Νουρ, επίσης από το Χαλέπι, πρόσθεσε ότι είχαν επαναπροωθηθεί πολλές φορές και στο παρελθόν. «Υπήρχαν παιδιά γύρω μας, έκλαιγαν και ήταν εξαντλημένα μετά την πορεία», είπε.

Τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους, αφού κατάφεραν να φτάσουν με ασφάλεια σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, η Νταγιάνα και η Νουρ ήταν μεταξύ οκτώ αιτούντων άσυλο από τη Συρία, το Ιράκ και το Αφγανιστάν, που προσέφυγαν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΔΑ).

Ισχυρίστηκαν ότι η μαζική επαναπροώθησή τους, δίχως εξέταση των ατομικών τους περιστάσεων και πρόσβαση σε αποτελεσματικά ένδικα μέσα, παραβίαζε την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

Την προσφυγή στο ΕΔΔΑ υποστήριζε το Ευρωπαϊκό Κέντρο Συνταγματικών και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ECCHR),που εδρεύει στο Βερολίνο, και η Pro Asyl, η μεγαλύτερη οργάνωση στο πεδίο της μετανάστευσης στη Γερμανία.

Το ΕΔΔΑ αναγνωρίζει αλλά δικαιολογεί τη μαζική επαναπροώθηση

Στην απόφασή του, το  ΕΔΔΑ αναγνώρισε πως οι προσφεύγοντες είχαν πράγματι εισέλθει στο έδαφος της Βόρειας Μακεδονίας, όπου εντοπίστηκαν από στρατιώτες που τους ανάγκασαν να επιστρέψουν στην Ελλάδα μέσα από αυτοσχέδιες τρύπες στον νεόκτιστο φράχτη.

Το δικαστήριο διερεύνησε εάν η μη εξέταση της προσωπικής τους κατάστασης από τις αρχές της Βόρειας Μακεδονίας θα μπορούσε να αποδοθεί στη συμπεριφορά των ιδίων ― κατά πόσον, δηλαδή, διασχίζοντας παράτυπα τα σύνορα με τους υπόλοιπους αιτούντες άσυλο, οι προσφεύγοντες είχαν παρακάμψει τη διαδικασία της νόμιμης εισόδου τους.

Το δικαστήριο έκρινε ότι θα μπορούσαν να είχαν εισέλθει στη Βόρεια Μακεδονία από τα συνοριακά σημεία, όπου και θα μπορούσαν να ζητήσουν άσυλο. Σημείωσε ότι στο πλησιέστερο συνοριακό σημείο διέλευσης, τη Μπογκοντόριτσα, 4 χλμ. βόρεια των Ευζώνων στο Κιλκίς, «είχαν εκδοθεί περισσότερα από 300.000 πιστοποιητικά μέχρι το τέλος Δεκεμβρίου 2015».

Ωστόσο, ο Μάρτιος του 2016 δεν θύμιζε σε τίποτα τον Δεκέμβριο του 2015.

Όπως η ίδια η απόφαση του ΕΔΔΑ αναγνώρισε, από τις 8 Μαρτίου 2016, δηλαδή σχεδόν μια εβδομάδα νωρίτερα, η διέλευση στα συγκεκριμένα συνοριακά σημεία «δεν ήταν πλέον δυνατή λόγω της διαφορετικής προσέγγισης της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο ζήτημα του συνεχώς αυξανόμενου αριθμού μεταναστών και της επακόλουθης αντίδρασης άλλων χωρών κατά μήκος της βαλκανικής οδού».

Παρότι το δικαστήριο αναγνώρισε πως η διέλευση των συνόρων ήταν αδύνατη, έκρινε ότι «δεν υπήρχε τίποτα που να δείχνει ότι δεν ήταν πλέον δυνατή η αίτηση ασύλου στη συνοριακή διάβαση».

Αυτό αμφισβητείται από όλα τα ρεπορτάζ της εποχής, τα οποία περιέγραφαν πως χιλιάδες άνθρωποι παρέμεναν εγκλωβισμένοι στα χωράφια της Ειδομένης για εβδομάδες, καθώς οι αρχές της Βόρειας Μακεδονίας επέτρεπαν την είσοδο ενός μικρού αριθμού αιτούντων άσυλο καθημερινά.

Σύμφωνα με την απόφαση, το γεγονός ότι οι οκτώ αιτούντες άσυλο ― ανάμεσά τους παιδιά και ένα άτομο σε αναπηρικό αμαξίδιο ― έπρεπε να κοιμηθούν στην ύπαιθρο για εβδομάδες, καθώς τα συνοριακά σημεία παρέμεναν κλειστά, δεν αποτελούσε «απαιτούμενο πειστικό λόγο για τη μη χρήση του σημείου διέλευσης Μπογκοντόριτσα ή οποιουδήποτε άλλου σημείου διέλευσης των συνόρων κατά τον ουσιώδη χρόνο».

Η Χάναα Χακίκι, από το ECCHR, που υποστήριξε την υπόθεση, είπε στο Solomon ότι από τα στοιχεία τόσο των αρχών της Βόρειας Μακεδονίας όσο και της Ύπατης Αρμοστείας, προκύπτει πως μεταξύ 8 Μαρτίου και 21 Σεπτεμβρίου 2016 η χώρα δεν κατέγραψε κανένα αίτημα ασύλου σε οποιοδήποτε σημείο, συμπεριλαμβανομένων των συνοριακών σημείων διέλευσης.

Αυτό αποδεικνύει, σημείωσε, πως στην πραγματικότητα δεν υπήρχα δυνατότητα να υποβάλλουν το αίτημά τους.

Τα δικαιώματα υπό απειλή στην Ευρώπη

Ο Ζόραν Ντρανγκόβσκι, συντονιστής προγράμματος στην Ένωση Νέων Δικηγόρων της Βόρειας Μακεδονίας (MYLA), μια οργάνωση παροχής δωρεάν νομικής βοήθειας σε ανθρώπους σε κίνηση η οποία παρενέβη στη διαδικασία στο ΕΔΔΑ ως τρίτο μέρος, είχε γίνει μάρτυρας της επαναπροώθησης.

Κατά τη διάρκεια πάνελ που πραγματοποιήθηκε στις 5 Απριλίου 2021, ημέρα που εκδόθηκε η απόφαση του ΕΔΔΑ, ο Ντρανγκόβσκι δήλωσε ότι είχε δει αιτούντες άσυλο να εξαναγκάζονται να επιβιβαστούν σε ένα φορτηγό, και να επαναπροωθούνται στην Ελλάδα από μια τοποθεσία περίπου 10 χλμ. από το σημείο εισόδου τους.

Εκείνη την εποχή, είπε, «ήταν εντελώς αδύνατο να μετακινηθεί κανείς στα ελληνικά σύνορα και να πάει στη Βόρεια Μακεδονία για να ζητήσει άσυλο».

Στα έξι χρόνια που μεσολάβησαν έκτοτε, τα πράγματα στη Βόρεια Μακεδονία έχουν μόνο χειροτερέψει: μία επιτόπια έκθεση της MYLA για το 2021 κατέγραψε την επαναπροώθηση σχεδόν 17.000 ατόμων, ενώ ο Ντρανγκόβσκι δήλωσε πως ο αριθμός για το 2020 θα μπορούσε να φτάνει έως και τις 40.000.

Τα έξι χρόνια της δικαστικής διαδικασίας αποτυπώνουν την αλλαγή στην πραγματικότητα γύρω από τη διαχείριση του προσφυγικού και της μετανάστευσης στην Ευρώπη.

Ο Ντρανγκόβσκι είπε πως, καθώς η δίκη βρισκόταν ακόμη στα πρώτα στάδια, σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις οι κρατικοί αξιωματούχοι στους οποίους είχε ανατεθεί η υπόθεση αναγνώριζαν πως η απόφαση θα ήταν πιθανότητα εις βάρος του κράτους της Βόρειας Μακεδονίας.

Καθώς περνούσαν τα χρόνια, όμως, όμοιες πρακτικές υιοθέτησαν περισσότερες χώρες σε ολόκληρη την Ευρώπη.

Αντιδρώντας στην απόφαση του δικαστηρίου, η Νουρ και η Νταγιάνα εμφανίστηκαν απογοητευμένες. Η Νταγιάνα δήλωσε πως ήλπιζε ότι «θα αποδεχθούν τα δικαιώματά μας και θα μας δουν ως ανθρώπους. Έχουμε δικαιώματα και δεν είμαστε ψεύτες».

Δεν εξεπλάγη ωστόσο, καθώς θυμήθηκε ένα περιστατικό από μια άλλη φορά που είχε επαναπροωθηθεί από τη Βόρεια Μακεδονία στην Ελλάδα. Ένας από τους στρατιώτες που τους συνόδευε στα σύνορα, είπε, τους είχε πει να φύγουν, να γυρίσουν πίσω στα σπίτια τους.

«Η Ευρώπη δεν είναι το σπίτι σας», είχε πει  ο στρατιώτης.

More to read

Στήριξε την ανεξάρτητη δημοσιογραφία!

Η ερευνητική δημοσιογραφία απαιτεί χρόνο και πόρους που δεν διαθέτουμε πάντα. Για να μπορέσουμε να συνεχίσουμε να ελέγχουμε την εξουσία και να ασκούμε πίεση, χρειαζόμαστε τη βοήθειά σας.