Θα έπρεπε να περιμένουν το πέρασμά τους στην ενηλικίωση, όπως και οι περισσότεροι έφηβοι στην Ευρώπη: με ενθουσιασμό και ανυπομονησία. Όμως, για τους χιλιάδες ασυνόδευτους ανηλίκους αιτούντες άσυλο, η μέρα που θα γίνουν 18, και από ανήλικοι που χρήζουν προστασίας θα είναι πλέον ορατοί ως «άνδρες» και μάλιστα «ξένοι», συνοδεύεται από την ανησυχία για το αύριο και, άλλοτε, από τον φόβο της απέλασης.
Έπειτα από αρκετές ανεπιτυχείς προσπάθειες να εργαστεί ως διερμηνέας σε κάποια Μη Κυβερνητική Οργάνωση (ΜΚΟ), αποφάσισε να δοκιμάσει την τύχη του στην οικοδομή. Αυτή ήταν και η πρώτη φορά που κατάφερνε να βγάλει τα δικά του λεφτά, μετά από τρία χρόνια στην Ελλάδα.
Μέχρι και το βράδυ, πριν την πρώτη του μέρα στη δουλειά, η ενημέρωση που είχε ήταν ελλιπής. Δεν ήξερε σε ποια ακριβώς περιοχή της Αθήνας, όπου ζει, ήταν η οικοδομή. Δεν γνώριζε τι περίμεναν από εκείνον, πλάι σε ποιους ανθρώπους θα εργαζόταν και σε ποιο πόστο, σε τι ποσό αντιστοιχούσε το μεροκάματο.
Ο Μαχντί*, 17χρονος αιτούντας άσυλο από το Αφγανιστάν, ήξερε μόνο πως πολύ νωρίς το πρωί ένα αυτοκίνητο θα περνούσε να πάρει τον ίδιο και τον Ζακί, συνομήλικο φίλο που του είχε πει για τη δουλειά, από κάποιο σημείο που είχαν συμφωνήσει.
Κι έτσι έγινε. Το αμάξι έφτασε, οι δύο έφηβοι ανέβηκαν στην καρότσα του, κι εκείνο τους μετέφερε μισή ώρα έξω από την πρωτεύουσα, στη Μαγούλα Αττικής. Δούλεψαν σε μια οικοδομή για δέκα ώρες παρέα με άλλους νεαρούς και μεγαλύτερους άνδρες από το Αφγανιστάν και το Πακιστάν, και στο τέλος της ημέρας το αφεντικό έδωσε στον καθένα τους 20 ευρώ μεροκάματο.
Πίσω στην ίδια καρότσα, στον δρόμο της επιστροφής για την Αθήνα, ο Μαχντί αποφάσισε πως δεν θα επέστρεφε την επόμενη μέρα. Παρότι ένιωθε την υπομονή του να εξαντλείται, σκέφτηκε ότι είναι προτιμότερο να συνεχίσει να ψάχνει για κάτι που θα του εξασφάλιζε κάποια χρήματα μεν, αλλά θα μπορούσε να φανεί και χρήσιμο στη ζωή που εκείνος θέλει να χτίσει στην Ελλάδα.
Ο Ζακί πήγε πάλι. Μετά την τρίτη φορά, όμως, το αφεντικό δεν τον ξαναπήρε. «Σε θέλουν μόνο για να βγάζεις τη δύσκολη δουλειά», λέει απογοητευμένος. «Έπειτα σου λένε δεν σε χρειάζομαι άλλο, γεια».
Ενηλικίωση: Αιτία ενθουσιασμού ή ανησυχίας;
Συνήθως, οι έφηβοι στις χώρες της Ευρώπης περιμένουν με ανυπομονησία την ημέρα της ενηλικίωσής τους, καθώς το πέρασμα στην ενήλικη ζωή συνεπάγεται και το άνοιγμα μιας βεντάλιας νέων δυνατοτήτων για τους ίδιους.
Μπορούν να βγάλουν δίπλωμα οδήγησης, και να εργαστούν νόμιμα· για πολλούς ξεκινά η φοιτητική ζωή, ενίοτε μακριά από την πόλη ή και τη χώρα όπου μεγάλωσαν· αισθάνονται πως βαδίζουν, από δω και πέρα, προς την ανεξαρτητοποίησή τους.
Δύσκολα μπορεί να ισχυριστεί κανείς πως το ίδιο ισχύει για πολλά από τα ασυνόδευτα ανήλικα αγόρια και κορίτσια, που βρίσκονται στην Ευρώπη έχοντας εγκαταλείψει τις χώρες τους λόγω πολέμου, διώξεων, ή φτώχειας, και δεν συνοδεύονται από κάποιο ενήλικο μέλος της οικογένειας τους.
Ο Θοδωρής Μπογέας είναι συντονιστής της υπηρεσίας ένταξης της ΜΚΟ Human Rights 360. Μία από τις ομάδες στόχου των προγραμμάτων που συντονίζει είναι οι νεαροί αιτούντες άσυλο και αναγνωρισμένοι πρόσφυγες, μεταξύ 18 και 21. «Η ενηλικίωση συνοδεύεται από το άγχος, την πίεση και την αγωνία για την εύρεση δουλειάς και την εξασφάλιση εισοδήματος», λέει στο Solomon. «Στα 18 τους καλούνται να αντιμετωπίσουν δυσκολίες που αντιμετωπίζει κάποιος 30 χρονών, και μάλιστα σε ένα πλαίσιο που μπορεί να μην είναι καθόλου υποστηρικτικό και φιλικό».
Το 2014, μια έρευνα της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (UNHCR) σε τέσσερις ευρωπαϊκές χώρες διαπίστωσε πως «σε αντίθεση με πολλούς εφήβους που περιμένουν με ανυπομονησία να γίνουν 18», οι ασυνόδευτοι ανήλικοι «λίγους λόγους έχουν για να γιορτάσουν». Στη δική τους περίπτωση, συμπέραναν οι ερευνητές, το στάδιο της αναμονής της ενηλικίωσης βιώνεται με άγχος και νευρικότητα, λόγω μιας σειράς διαφορών που η ενηλικίωση συνεπάγεται ως προς την πρόσληψή τους από το κοινωνικό σύνολο, αλλά και τις κρατικές υπηρεσίες που εξετάζουν το δικαίωμα παραμονής τους στη χώρα.
Από το 2014 έως και το 2020 (τελευταίο έτος για το οποίο υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία), στις 27 χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπέβαλαν αίτημα για χορήγηση διεθνούς προστασίας περίπου 247.000 ασυνόδευτα παιδιά, ενώ εκτιμάται πως για κάθε παιδί που ακολουθεί τη διαδικασία ασύλου υπάρχουν άλλα που βρίσκονται εκτός των ραντάρ των αρχών.
Οι ευρωπαϊκές χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας, λαμβάνουν σημαντικούς κοινοτικούς πόρους για την υποστήριξη της διαβίωσης τους. Και τα ασυνόδευτα παιδιά απολαμβάνουν, στη θεωρία, τα δικαιώματα που αντιστοιχούν σε κάθε άλλο παιδί στη χώρα υποδοχής.
Αλλά η θεωρία, συχνά, διαφέρει από την πράξη.
Μέσα στο 2021, στα πλαίσια δημοσιογραφικής έρευνας για τις πραγματικότητες που βιώνουν τα ασυνόδευτα παιδιά στην Ευρώπη, το Solomon ταξίδεψε στην Ελλάδα και το εξωτερικό, και συνάντησε ανηλίκους και ανθρώπους στο πεδίο. Καταγράψαμε την αγωνία που βιώνουν τα παιδιά που βρίσκονται στο μεταίχμιο, καλούμενα να σταθούν σε ένα περιβάλλον στο οποίο πλέον γίνονται ορατά ως νέοι «άνδρες» — και, μάλιστα, άνδρες που είναι «ξένοι».
Κάποιες φορές υπάρχει επιτακτική ανάγκη να εργαστούν, ως επί το πλείστον σε συνθήκες εκμετάλλευσης. Άλλες φορές λαμβάνουν αρνητική απάντηση στο αίτημά τους για άσυλο, αφού αυτό διεκπεραιώνεται χρόνια μετά την άφιξή τους, όταν οι ίδιοι είναι πλέον ενήλικοι. Κι άλλοτε, τα «παιδιά» το σκάνε από τους ξενώνες όπου διαμένουν λίγο πριν γίνουν «άνδρες», υπό τον φόβο της απόρριψης του αιτήματός τους ή της απέλασης.
Αυτές είναι οι ιστορίες τους.
Μαχντί: «Τι λόγο έχω να γιορτάσω;»
Ο Μαχντί είναι γεννημένος τέλη Αυγούστου, στο τέλος της καλοκαιρινής περιόδου.
Τον περασμένο Αύγουστο έγινε 18. Για εβδομάδες, καθώς η ημέρα των γενεθλίων του πλησίαζε, ο Μαχντί έδειχνε νευρικός. Δεν ήταν λίγες οι φορές που, χωρίς κάποια προφανή αιτία, η διάθεσή του άλλαζε απότομα και το άγχος τον κατέκλυζε. Στην ερώτηση πως σχεδιάζε να γιορτάσει την ημέρα εκείνη, ο Μαχντί απαντούσε: «Τι λόγο έχω να γιορτάσω;».
Ο Μαχντί έφτασε στην Ελλάδα το 2018, ως Αφγανός ασυνόδευτος ανήλικος που είχε περάσει όλη του τη ζωή στο Ιράν, και υπέβαλε αίτημα ασύλου τον ίδιο χρόνο. Στο σχετικό έγγραφο που έλαβε, η ημερομηνία για τη συνέντευξή του οριζόταν στο δεύτερο μισό του 2022 — τέσσερα χρόνια μετά και αφού θα ήταν πλέον ενήλικας. Γνώριζε πως η Υπηρεσία Ασύλου αντιμετωπίζει τελείως διαφορετικά το αίτημα που υποβάλλει ένας ασυνόδευτος ανήλικος, κατηγορία των ανθρώπων σε κίνηση που αναγνωρίζεται ως μία από τις πλέον ευάλωτες με βάση τις κατευθυντήριες της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (EASO), σε σύγκριση με το αίτημα ενός νεαρού — και μόνου — άνδρα.
Αλλά, η ανασφάλειά του σχετιζόταν και με πιο άμεσα ζητήματα. Όντας 18 πλέον, περίμενε ότι θα του ζητηθεί να αποχωρήσει από τον ξενώνα ασυνόδευτων ανηλίκων όπου διέμενε, στο κέντρο της Αθήνας.
Κι όσο η ημέρα των γενεθλίων πλησίαζε, κι εκείνος δεν είχε καμία ενημέρωση, το άγχος αυξανόταν.
Η επαφή με τις δημόσιες υπηρεσίες ήταν ένας τρίτος παράγοντας: θεωρητικά ο Μαχντί μπορούσε να βγάλει ΑΦΜ, το οποίο χρειαζόταν για να εργαστεί, αλλά από τις διαδοχικές του επισκέψεις σε δημόσιες υπηρεσίες γυρνούσε δίχως να έχει βγάλει αποτέλεσμα, καταρρακωμένος.
Ο Μαχντί ένιωθε να έχει εξαντλήσει κάθε δυνατότητα στην αναζήτηση εργασίας. Είχε δημιουργήσει και εκ νέου προσαρμόσει το βιογραφικό του αρκετές φορές, και το είχε στείλει προς πάσα κατεύθυνση. Έψαχνε για δουλειά επί μήνες, αλλά πέρα από την περιστασιακή (και άτυπη) παροχή διερμηνείας σε οργανώσεις, δεν είχε καταφέρει να βρει κάτι.
Έτσι, άλλωστε, προέκυψε η οικοδομή.
Η μεγαλύτερη δυσκολία που αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι στο πεδίο, στην προσπάθειά τους να στηρίξουν νέους σαν τον Μαχντί, είναι στη διαχείριση της ματαίωσης που νιώθουν, σχολιάζει ο Μπογέας.
«Έχουν τον παρορμητισμό και την προσδοκία της ηλικίας, που θέλουν τα πράγματα να γίνουν εδώ και τώρα. Οπότε οταν συνειδητοποιούν ότι κάποια πράγματα θέλουν χρόνο, επιμονή και υπομονή, αυτό τους ματαιώνει και πολύ συχνά μπορεί να τα παρατάνε».
Ζακί: «Είσαι εσύ και μόνο»
Ο Ζακί έφτασε στην Ελλάδα περνώντας με μια βάρκα από τα τουρκικά παράλια στη Λέσβο.
Έμεινε για εννέα μήνες στο safe zone της Μόριας, στην ασφαλή ζώνη όπου ασυνόδευτοι ανήλικοι ζούσαν διαχωρισμένοι από τους υπόλοιπους διαμένοντες «για τη δική τους ασφάλεια», και ήταν εκεί όταν εντός της ζώνης δολοφονήθηκε ο 16χρονος Ρεζά Ιμπραΐμι. Με τον Μαχντί γνωρίστηκαν αργότερα, σε έναν ξενώνα στη Νέα Μάκρη.
Σήμερα, ο Ζακί διαμένει στον καταυλισμό της Θήβας. Αλλά, αναγνωρίζοντας πως οι προοπτικές του εκεί είναι μηδαμινές, έρχεται τακτικά στην Αθήνα, φιλοξενείται από φίλους, και αναζητεί δουλειά.
Η πρώτη δουλειά που κατάφερε να κλείσει ήταν ως ταχυδρόμος. Έτσι του είχαν πει. Θα έπαιρνε τέσσερα ευρώ την ώρα για τα γράμματα και τρία για τα μικρά πακέτα. «Αλλά τελικά ήταν κάτι τελείως άλλο», λέει στο Solomon.
Η δουλειά ήταν να μοιράζει φυλλάδια με προσφορές για σούπερ μάρκετ, έξω από σταθμούς του μετρό. Ένας επόπτης παρακολουθούσε από απόσταση αν γίνεται σωστά η δουλειά, και μόλις μία στοίβα με φυλλάδια τελείωνε, έφερνε την επόμενη.
Μετά ακολούθησε η οικοδομή. «Όλοι έχουμε την ίδια ιστορία», λέει, και συμπληρώνει πως σήμερα πρέπει να ανησυχεί για ό,τι ακριβώς ανησυχούσε και όσο βρισκόταν στη Μόρια: την επιβίωσή του.
«Δεν υπάρχει κανείς να σε βοηθήσει, δεν υπάρχει οικογένεια, δεν υπάρχουν αδέρφια. Πρέπει μονος σου να σκεφτείς τι πρέπει να κάνεις. Είσαι μόνο εσύ. Από τη στιγμή που αφήνεις το σπίτι σου, πρέπει να σκέφτεσαι για τα πάντα μόνος σου».
«Οι νέοι σε αυτές τις ηλικίες έρχονται με μία ανάγκη να υποστηρίξουν τον εαυτό τους, αλλά κι αυτούς που έχουν μείνει πίσω», λέει ο Μπογέας. «Οι ίδιοι καταλαβαίνουν ότι είναι οι τυχεροί της οικογένειας που έφυγαν και σώθηκαν, οπότε νιώθουν την υποχρέωση να βοηθήσουν στην επιβίωση των υπολοίπων», συμπληρώνει.
Ο Μαχντί και ο Ζακί ξέρουν πολλά παιδιά για τα οποία αυτό ισχύει. Αλλά όχι και για τους ίδιους. Οι γονείς τους γνωρίζουν ότι περνούν δύσκολα εδώ που βρίσκονται, και δεν έχουν απ’ αυτούς την απαίτηση να στέλνουν οικονομική βοήθεια πίσω στις χώρες τους.
Το φαινόμενο της άτυπης φυγής
Ένα συχνό φαινόμενο που συνδέεται με το άγχος της ενηλικίωσης, και με το οποίο διαχρονικά έρχονται αντιμέτωποι οι εργαζόμενοι σε ξενώνες φιλοξενίας ασυνόδευτων ανηλίκων, είναι αυτό της άτυπης φυγής.
Στοιχεία των ελληνικών αρχών αναδεικνύουν ότι, το διάστημα 2012-2016, μεταξύ 13% και 33% των ασυνόδευτων ανηλίκων διέφυγαν άτυπα εντός 24 ωρών από την ένταξή τους σε κάποιον ξενώνα.
Το φαινόμενο καταγράφεται και στις σχετικές εκθέσεις του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικής Αλληλεγγύης (ΕΚΚΑ), του κρατικού φορέα που εποπτεύει την λειτουργία των ξενώνων. Το 2017, το τελευταίο έτος (!) για το οποίο υπάρχουν διαθέσιμα σχετικά στοιχεία από το ΕΚΚΑ, 44% των παιδιών το έσκαγαν από τον ξενώνα μέσα στον πρώτο μήνα — και σχεδόν ένα στα δέκα μέσα στο πρώτο 24ωρο.
Ένας λόγος που ωθεί τα παιδιά να το σκάνε από τους ξενώνες είναι γιατί αυτοί μπορεί να βρίσκονται σε απομακρυσμένη περιοχή, μακριά από τα μεγάλα αστικά κέντρα. Επιθυμία των περισσότερων παιδιών είναι να ζουν στην Αθήνα. Κι αυτό γιατί συνήθως θεωρούν ότι οι ευκαιρίες που έχουν εκεί είναι περισσότερες, ενώ βρίσκονται πιο κοντά στους φίλους τους ή μέλη της ευρύτερης οικογένειάς τους.
Το ζήτημα των ευκαιριών αφορά κυρίως τις καλύτερες πιθανότητες στην αναζήτηση εργασίας, ακόμα και αν αυτή πραγματοποιείται με όρους εκμετάλλευσης. Ταυτόχρονα, η Αθήνα αποτελεί ενίοτε τον ενδιάμεσο σταθμό, πριν επιχειρήσουν το πέρασμά τους σε κάποια άλλη ευρωπαϊκή χώρα, συχνά μέσω του λιμανιού της Πάτρας.
Μία τέτοια περίπτωση είναι ο Μαχμούντ, έφηβος 17 χρονών από το Αφγανιστάν. Κυνηγώντας καλύτερες προοπτικές για τη ζωή του, το 2021 εγκατέλειψε τη δομή που τον φιλοξενούσε στην Αθήνα και πήγε στην Πάτρα για να δοκιμάσει την τύχη του στο «παιχνίδι». Οι συνθήκες που βρήκε εκεί ήταν τόσο άθλιες, που την ίδια κιόλας μέρα επέστρεψε στον ξενώνα.
Ο Μαχντί και ο Ζακί είναι φίλοι του, και όταν αναφέρονται στο περιστατικό ξεσπούν σε γέλια. Με τον ίδιο τρόπο αντιδρά και ο ίδιος, όταν μας το αφηγείται πλέον περισσότερα από 2.000 χιλιόμετρα μακριά από την Αθήνα.
Γερμανία: Η ενηλικίωση λόγος φυγής από τον ξενώνα
Τον περασμένο Ιούνιο, το Solomon συνάντησε τον Μαχμούντ στο Αμβούργο, όπου κατέληξε κάποιους μήνες μετά την αποτυχημένη προσπάθεια της Πάτρας, εγκαταλείποντας για δεύτερη φορά τον ξενώνα του. Αυτή τη φορά, όμως, το να κρυφτεί σε κάποιο φορτηγό που θα επιβιβαζόταν σε πλοίο της γραμμής για την Ιταλία δεν ήταν ανάμεσα στις επιλογές του. Βρήκε τον τρόπο του και έφτασε στη Γερμανία με αεροπλάνο.
Ο Μαχμούντ, ανήσυχος βαθιά για το μέλλον του όσο βρισκόταν στην Ελλάδα, έδειχνε στη Γερμανία να έχει βρει τη σταθερότητα που του έλειπε. Πήγαινε σχολείο, μέσα σε λίγους μήνες μπορούσε να συνεννοείται άνετα στα γερμανικά, και το πιο σημαντικό: μπορούσε πλέον να ονειρεύεται.
Ζητήσαμε, λοιπόν, από τον Μαχμούντ να μας εξηγήσει γιατί το φαινόμενο της άτυπης φυγής ανηλίκων σημειώνεται εξίσου και στη Γερμανία, όπου οι γερμανικές αρχές κατέγραψαν τουλάχιστον 7.806 παιδιά να έχουν εξαφανιστεί μεταξύ 2018-2020.
Όπως εξήγησε, οι συνομήλικοί του που παίρνουν τον δρόμο της φυγής συχνά κατάγονται από το Αφγανιστάν, το Μαρόκο και την Αλγερία. Καθώς πρόκειται για χώρες το αίτημα των πολιτών των οποίων πιθανόν να μη γίνει αποδεκτό, το σκάνε από τους ξενώνες προτού ενηλικιωθούν και όσο απολαμβάνουν ακόμα μία κάποια προστασία, συχνά για να δοκιμάσουν την τύχη τους σε κάποια άλλη ευρωπαϊκή χώρα.
Η Γκάμπι Άρθουρ, κοινωνική λειτουργός που τα τελευταία 27 χρόνια εργάζεται με τους ασυνόδευτους ανηλίκους που φτάνουν στο Αμβούργο, επιβεβαίωσε πως πρόκειται για κάτι που συναντάει συχνά.
«Συμβαίνει σε μεγάλο βαθμό. Για κάποια παιδιά ίσως γνωρίζουμε ότι φεύγουν, επειδή θέλουν να πάνε σε άλλες χώρες όπου έχουν συγγενείς, και η Γερμανία ήταν απλώς ένα στάδιο στην πορεία τους. Ένα άλλο θέμα, που έχει να κάνει κυρίως με τους αιτούντες άσυλο από χώρες της βόρειας Αφρικής, είναι ότι πιστεύουν πως δεν θα λάβουν θετική απάντηση και έτσι αποφασίζουν να δοκιμάσουν την τύχη τους σε κάποια άλλη χώρα της Ευρώπης».
Τα παιδιά φεύγουν από τους ξενώνες, στον φόβο μιας αρνητικής απόφασης εις βάρος τους, η οποία σε ορισμένες περιπτώσεις θα μπορούσε να σημαίνει ακόμη και την απέλασή τους.
«Αν οι νέοι δεν μπορούν να δουν καμία πορεία για τον εαυτό τους μέσα στο σύστημα και το μόνο που ακούνε είναι ‘Δεν είσαι επιθυμητός εδώ, ό,τι κι αν κάνεις’, κινδυνεύουν ιδιαίτερα — όχι μόνο να εξαφανιστούν ξαφνικά, αλλά και να διολισθήσουν στην παρανομία και σε παράλληλα συστήματα», έχει δηλώσει σχετικά ο Τομπίας Κλάους, από την γερμανική ομοσπονδιακή ένωση για τους ασυνόδευτους ανήλικους πρόσφυγες.
Οι περιπτώσεις εφήβων από ξενώνες ασυνόδευτων ανηλίκων, που πέφτουν θύματα εκμετάλλευσης από κυκλώματα που τους χρησιμοποιούν για τη διακίνηση ναρκωτικών ή προϊόντων λαθρεμπορίου, δεν είναι άγνωστες στην Ελλάδα. Ιδίως στους ξενώνες στο κέντρο της Αθήνας, όπου και τα παιδιά είναι περισσότερο εκτεθειμένα σε τέτοιου είδους κυκλώματα, τα τελευταία χρόνια έχουν καταγραφεί αρκετά περιστατικά, που σε κάποιες περιπτώσεις οδήγησαν ακόμη και σε ελέγχους στις δομές από τις αρχές.
Ο Μαχντί λέει πως δεν είχε αναλογιστεί να βγάλει χρήματα με τέτοιον τρόπο, αλλά ήξερε παιδιά που το έκαναν. Όταν είδε πως ένας εξ αυτών συνελήφθη, ωστόσο, η πιθανότητα και μόνο έφυγε τελείως από το μυαλό του.
Τι βρήκε η έκθεση της Ύπατης Αρμοστείας
Τον Μάρτιο του 2014, η Ύπατη Αρμοστεία δημοσίευσε μια έρευνα, η οποία βασιζόταν σε συνεντεύξεις με ασυνόδευτους αιτούντες άσυλο σε Αυστρία, Γαλλία, Ουγγαρία και Σουηδία, που βρίσκονταν, ηλικιακά, λίγο πριν ή μετά την ενηλικίωσή τους.
Τα ευρήματα που παρουσιάζονται είναι ανησυχητικά.
Η μελέτη διαπιστώνει, για παράδειγμα, ότι η πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και στην εργασία μπορεί να υπονομευθεί σημαντικά με την ενηλικίωση.
Διαπιστώνεται, επίσης, πως οι ανήλικοι που ενηλικιώνονται προτού βγει απόφαση στο αίτημά τους για άσυλο χάνουν μια σειρά από προβλεπόμενες εγγυήσεις, η έλλειψη των οποίων θεωρείται πιθανόν να επηρεάσει την υποστήριξη της υπόθεσής τους και, ως εκ τούτου, την ίδια την έκβαση της διαδικασίας. Χάνουν επιπλέον το δικαίωμά τους στην οικογενειακή επανένωση με κάποιο μέλος της οικογένειάς τους σε άλλη ευρωπαϊκή χώρα.
Τέλος, ένα σημαντικό εύρημα, το οποίο επιβεβαιώνεται και από τις συνεντεύξεις με ανηλίκους που έχει πραγματοποιήσει το Solomon, αφορά την ανεπάρκεια της πληροφόρησης που τους παρέχεται σχετικά με την ενηλικίωσή τους.
Οι ερευνητές υπογραμμίζουν πως «σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες τα παιδιά χάνουν σχεδόν όλες τις ειδικές εγγυήσεις που τους αναγνωρίζονταν λόγω της ιδιότητάς τους ως ασυνόδευτων παιδιών», και σημειώνουν πως «στην πραγματικότητα, ακόμη και αν δεν είναι πλέον παιδιά, εξακολουθούν να χρειάζονται υποστήριξη και καθοδήγηση κατά τη διάρκεια αυτής της κρίσιμης μεταβατικής φάσης».
Η ιστορία του «τίγρη»
Ο Χάμζα ή «τίγρης», όπως τον αποκαλούν οι φίλοι του, είναι από το Πακιστάν. Ο Χάμζα γεννήθηκε με νανισμό.
Όταν ο πατέρας του επισκέφθηκε την πατρίδα του ύστερα από πολλά χρόνια απουσίας στην Ελλάδα, όπου και εργαζόταν, και διαπίστωσε την ιδιαίτερη συνθήκη του γιού του, τον οποίο δεν είχε δει ποτέ, είπε στη μητέρα του πως θα τον έφερνε στην Ελλάδα για να έχει μια καλύτερη ζωή.
Ο Χάμζα ήταν, τότε, στις αρχές της εφηβείας του.
Αλλά, όταν έφτασαν στην Αθήνα, αποκαλύφθηκε ότι τα πραγματικά σχέδια του πατέρα του ήταν άλλα: καθημερινά εξανάγκαζε τον Χάμζα να επαιτεί στους δρόμους για πολλές ώρες, και να του δίνει τα χρήματα που συγκέντρωνε.
Ο Χάμζα δεν άντεχε αυτή τη ζωή. Ύστερα από κάποιους μήνες, το έσκασε από το σπίτι και έκοψε κάθε επαφή με τον πατέρα του.
Στα τέλη του 2019, που τον συναντήσαμε για πρώτη φορά, η ανάγκη του να διαφύγει από την εκμετάλλευση του πατέρα του τον είχε οδηγήσει σε έναν άλλο τύπο εκμετάλλευσης: ο Χάμζα έκανε δεκάωρα μεροκάματα σε ένα καθαριστήριο αυτοκινήτων στην Αθήνα. Πληρωνόταν δέκα ευρώ για κάθε ημέρα, στην οποία ο ίδιος υποστήριζε πως καθάριζε δεκάδες αυτοκίνητα.
Όταν ζήτησε από το αφεντικό του αύξηση, εκείνος του είπε: «Παίρνεις τόσα χρήματα, όσο μεγάλα είναι και τα χέρια σου».
Η περίπτωση του Χάμζα ενέπιπτε στις προδιαγραφές που ισχύουν για τους ασυνόδευτους ανηλίκους, καθώς στον όρο περιγράφεται και ο ανήλικος που βρέθηκε μόνος μετά την είσοδό του στο έδαφος ευρωπαϊκού κράτους.
Και πράγματι υπήρξε δραστηριοποίηση για την εύρεση οργανώσεων, που θα μπορούσαν να βοηθήσουν την περίπτωση ενός παιδιού που κατέληξε στην Ελλάδα δίχως αυτό να αποτελεί επιλογή του, και στη συνέχεια βρέθηκε εγκλωβισμένος σε δύο διαδοχικά πλαίσια εκμετάλλευσης.
Στο μεσοδιάστημα, όμως, ο Χάμζα ενηλικιώθηκε. Και, όπως διαπιστώθηκε, δεν υπήρχε τίποτα που να μπορούσε να γίνει πλέον.
Για τους ανθρώπους που έρχονταν σε επαφή με την ιστορία του, ήταν ήταν ένα νέο παιδί σε μια εξαιρετικά ατυχή συγκυρία. Για την Υπηρεσία Ασύλου ήταν, πλέον, ένας άνδρας από το Πακιστάν.
*Τα ονόματα έχουν αλλάξει για λόγους προστασίας.
Το κείμενο δημοσιεύεται στα πλαίσια της πολύμηνης δημοσιογραφικής έρευνας «Μετανάστευση και εργασία στην Ελλάδα τον καιρό του κορονοϊού» του Solomon, που υποστηρίζεται από το Rosa Luxemburg Stiftung – Office in Greece.