24 / 05 / 2019

Πρώτα πήραν την (βόρεια) Ιταλία, τώρα εξαπλώνονται στην Ευρώπη

Από ένα ξενοφοβικό κόμμα του ιταλικού βορρά, σε μία ξενοφοβική κυβέρνηση. Με σταθερούς ρυθμούς, η Λέγκα αυξάνει τη δύναμή της, ακολουθώντας μια επιτυχημένη στρατηγική, στην οποία τα κοινωνικά δίκτυα έχουν αποφασιστικό ρόλο.

Credits

Κείμενο:

Μετάφραση:

Επιμέλεια:

Tags:

Το σλόγκαν «Prima gli italiani» (Πρώτα οι Ιταλοί), ηχεί παρόμοια με αυτό του Ντόναλντ Τράμπ «Πρώτα η Αμερική». Αλλά επίσης και με το «Italia agli italiani» (Η Ιταλία στους Ιταλούς), ένα πασίγνωστο σύνθημα των νεοφασιστικών κινημάτων. Με αυτές τις λέξεις η Λέγκα, ένα εθνικιστικό, δεξιό κόμμα, ηγείται των προγνωστικών στην Ιταλία ενόψει των ευρωπαϊκών εκλογών.

Ο αρχηγός της Λέγκα, Ματέο Σαλβίνι, είναι επίσης και ο υπουργός Εσωτερικών, αλλά πολλοί Ιταλοί πιστεύουν ότι πολύ σύντομα θα καταλάβει την κυβέρνηση. Στις προηγούμενες εκλογές η Λέγκα είχε συγκεντρώσει το 17% των ψήφων -τώρα αναμένεται να φτάσει στο 30%, σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις. Όλοι, φαίνεται, να είναι βέβαιοι ότι η Λέγκα θα αναδειχθεί πρώτο κόμμα στις ευρωεκλογές της Ιταλίας.

Μια ταχύτατη μεταμόρφωση

Από την ίδρυσή της το 1991 μέχρι και το 2018, το κόμμα είχε διαφορετικό όνομα. Η «Λέγκα του Βορρά» υπήρξε για χρόνια μία χωρική, πολιτική οντότητα με συγκεκριμένο στόχο: την αυτονόμηση των βόρειων περιοχών της Ιταλίας, ή έστω την εξασφάλιση ενός μεγαλύτερου βαθμού αυτοδιοίκησης και δημοσιονομικής αυτονομίας.

Τα μέλη και οι ψηφοφόροι της συνήθιζαν να είναι προσβλητικοί προς τους κατοίκους της νότιας Ιταλίας χρησιμοποιώντας μία ευρεία γκάμα στερεοτύπων: στις κουβέντες τους οι «terroni» (όπως τους αποκαλούσαν υποτιμητικά), παρουσιάζονταν απρόθυμοι να εργαστούν, ζούσαν εις βάρος των Βορείων και προσπαθούσαν συνεχώς να εκμεταλλευτούν τους άλλους. Ωστόσο, όταν ο Ματέο Σαλβίνι αναδείχθηκε νέος αρχηγός, επέβαλε μια ριζοσπαστική αλλαγή, τόσο στο όνομα, όσο και στη προσέγγιση.

Ο Σικελός υποψήφιος της Λέγκας για το ευρωκοινοβούλιο, Angelo Attaguile, ήταν από τους πρώτους που πίστεψαν στο εγχείρημα ενός εθνικού κόμματος. «Υποστηρίζω τις τοπικές αυτοδιοικήσεις και είδα τη Λέγκα του Βορρά ως λύση για πολλά προβλήματα εδώ. Το καθήκον μου είναι να τους κάνω να εστιάζουν στα προβλήματα της νότιας Ιταλίας», μας λέει.

Στην αρχή, οι περισσότεροι ήταν εχθρικοί απέναντι σε ένα κόμμα που τους κατηγορούσε και τους προσέβαλε μέχρι πριν λίγες μέρες. Όμως, σταδιακά, η νέα Λέγκα έγινε το σύμβολο της εθνικής κυριαρχίας και του εθνικισμού, κερδίζοντας την έγκριση του κόσμου και στη νότια Ιταλία. «Λάβαμε 5% στη Σικελία, στις τελευταίες εκλογές και πιστεύω ότι θα πιάσουμε υψηλότερα ποσοστά στις ευρωπαϊκές, κάτι που θα σημάνει αλλαγή σελίδας. Τώρα όταν ζητάω από τους πολίτες να με ψηφίσουν, λέγοντας ότι κατεβαίνω με τη Λέγκα, είναι θετικοί: οι Ιταλοί είναι έξυπνοι και ξέρουν να προσπερνάνε το παρελθόν», εξηγεί ο Attaguile.

Το βαρύ πυροβολικό της Λέγκα είναι τώρα η μάχη εναντίον των μεταναστών, μια επικοινωνιακή στρατηγική που φαίνεται να βρίσκει καλή ανταπόκριση στο εκλογικό σώμα. «Το θέμα της μετανάστευσης αποτελεί προτεραιότητα για εμάς, καθώς έχουμε πέσει θύμα μιας ανεξέλεγκτης εισβολής. Οι μετανάστες είναι πηγή πολλών κινδύνων: δεν είμαστε ενάντια σε αυτούς, όμως επικρίνουμε τις προηγούμενες πολιτικές στέγασης και υποδοχής».

Ωστόσο, κάποιες απόψεις σχετικά με τους μετανάστες εμφανίζονται αρκετά παρόμοιες με αυτές που εξέφραζε στο παρελθόν η Λέγκα του Βορρά για τους Νοτίους. Ο Attaguile αρνείται τη σύγκριση: «Εκείνη την εποχή, εγώ ως Σικελός ενοχλήθηκα με κάποια από τα σχόλια. Αλλά ήταν απλώς θέμα σοβινισμού. Η φυσική τάση του ανθρώπου είναι να υπερασπιστεί αυτό που έχει και να απορρίψει το ξένο».

Η απενοχοποίηση του ρατσισμού

Η συμπερίληψη των Νότιων ψηφοφόρων είναι μόνο ένα από τα παράδοξα που σχετίζονται με την ανάπτυξη της Λέγκα. Τα μέλη του κόμματος συχνά επικαλούνται αυτό που ονομάζουν «παραδοσιακές χριστιανικές αξίες», αλλά στην πραγματικότητα φαίνεται να προτιμούν να επιλέγουν «à la carte» μεταξύ αυτών.

Η Λέγκα τάσσεται έντονα ενάντια στους γάμους και την υιοθεσία από ομόφυλα ζευγάρια, αλλά επικρίνει και τον Πάπα όταν ζητάει το καλωσόρισμα των προσφύγων. Επιδιώκει, συνεχώς, να μεταφέρει την ιδέα ότι οι μετανάστες αποτελούν κίνδυνο για την κοινωνία και πηγή προβλημάτων για τους Ιταλούς. Όπως και ο Attaguile, ο Σαλβίνι συνήθως χρησιμοποιεί τον όρο «εισβολή» για τις αφίξεις από τη θάλασσα, παρότι ο αριθμός τους μειώθηκε σημαντικά: 779 άτομα έφτασαν στην Ιταλία με πλοίο τους πρώτους τέσσερις μήνες του 2019 (9.467 την ίδια περίοδο του 2018 και 37.235 το 2017).

Παρόλα αυτά, η προκατάληψη έχει μεγαλύτερη επίδραση από τα πραγματικά δεδομένα: «Η προπαγάνδα και τα μέσα ενημέρωσης της Λέγκα υπερβάλλουν σχετικά με την παρουσία των μεταναστών. Ο απλοί άνθρωποι εξακολουθούν να σκέφτονται ότι “δεν μπορούμε να τους δεχτούμε όλους”», λέει ο Alfonso Di Stefano, διευθυντής του Rete Antirazzista Catanese (Αντιρατσιστικό Δίκτυο της Catania), μιας ένωσης πολιτών που προωθεί πρωτοβουλίες αλληλεγγύης προς τους μετανάστες.

Κατά την άποψή του, ο λόγος του Σαλβίνι ευνοεί τα ξενοφοβικά αισθήματα και τις ρατσιστικές συμπεριφορές: «Στην Κατάνια είδα έναν οδηγό να προσβάλλει έναν μετανάστη που ήθελε να πλύνει το παράθυρο του αυτοκινήτου του. Μετά από ένα ματς προπηλακισμών, βγήκε από το αυτοκίνητο και τον κυνήγησε με έναν γρύλο στο χέρι».

Θεωρείται πως βασικός ρόλος του Σαλβίνι στην ιταλική κυβέρνηση είναι η «νομιμοποίηση» των επιθετικών ενστίκτων προς τους αλλοδαπούς. «Πριν ο Σαλβίνι οριστεί υπουργός Εσωτερικών, κανείς δεν δήλωνε ανοιχτά ρατσιστής. Τώρα υπάρχουν κάποιοι που βλέπουν στον ρατσισμό την απόδειξη της ανωτερότητάς τους και είναι υπερήφανοι γι ‘αυτό. Είναι μια καταστροφική συνέπεια της πολιτικής προσωπικότητας του Ματέο Σαλβίνι».

Η προπαγάνδα της Λέγκα στοχεύει και στην ποινικοποίηση όλων των ΜΚΟ που διασώζουν μετανάστες στη Μεσόγειο. Ο Σαλβίνι και οι οπαδοί του αποκαλούν οργανώσεις όπως την Open Arms ή τη Sea-Watch «συνεργάτες λαθρεμπόρων».

«Τα προηγούμενα χρόνια οι κάτοικοι συνήθιζαν να προσφέρουν βοήθεια στους μετανάστες: όταν έφτανε μια βάρκα έδιναν τρόφιμα και ρούχα ή μάζευαν χρήματα ώστε να τους επιτρέψουν να συνεχίσουν το ταξίδι τους», θυμάται ο Di Stefano. «Τώρα το πρώτο πράγμα που κάνει ο κόσμος είναι να καλέσει την αστυνομία».

Η ξενοφοβία σε άνοδο

Η Silvia Di Meo είναι νέο μέλος της Borderline Sicilia Onlus, μιας μικρής ΜΚΟ που ιδρύθηκε το 2008 με σκοπό να δημοσιεύει δεδομένα σχετικά με τη μετανάστευση στις νότιες περιοχές της Ιταλίας. Συγκεντρώνει περιστατικά ρατσιστικής βίας από τον Ιούνιο του 2018, όταν ανέλαβε η νέα κυβέρνηση και συγκρίνει τα στοιχεία με παρόμοια γεγονότα που είχαν συμβεί το προηγούμενο έτος. Παρόλο που η έρευνά της δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί, θα είναι, μάλλον, σε θέση να επιβεβαιώσει την αύξηση των ρατσιστικών επιθέσεων, λεκτικών και σωματικών. «Ξαφνιάστηκα από τις πολλές αναφορές σε τέτοια περιστατικά στις τοπικές εφημερίδες», υπογραμμίζει.

Ορισμένες από τις ιστορίες που μας λέει είναι τρομακτικές: «Τον Νοέμβριο του 2018 μια 19χρονη από την Αιθιοπία έφτασε στην Ιταλία με πλοίο, λίγο αφότου είχε γεννήσει σε ένα camp της Λιβύης. Το μωρό εισήχθη στο νοσοκομείο της Ραγκούσα, αλλά όταν η μητέρα του πήγε να το δει, οι υπόλοιπες νέες μητέρες στο νοσοκομείο παραπονέθηκαν για την παρουσία της, υποστηρίζοντας ότι μεταφέρει ασθένειες».

Πολλοί μετανάστες έχουν απειληθεί, προσβληθεί ή χτυπηθεί τους τελευταίους μήνες. Η Di Meo κατατάσσει κάθε επίθεση που σχετίζεται με φυλετικές διακρίσεις: «Σε ορισμένες περιπτώσεις, ο ρατσισμός δεν είναι ο λόγος της επίθεσης, αλλά ακόμα και τότε εξακολουθεί να γίνεται χρήση ρατσιστικών εκφράσεων».

Οι Ιταλοί που βοηθούν τους μετανάστες αποτελούν επίσης στόχο: «Ο μη κερδοσκοπικός οργανισμός I Girasoli φροντίζει οικογένειες μεταναστών στη Sutera, ένα μικρό ορεινό χωριό στην κεντρική Σικελία. Το λεωφορείο του βρέθηκε καμένο -ένα σαφές απειλητικό μήνυμα».

Σύμφωνα με τη Di Meo, το ξενοφοβικό περιεχόμενο εξαπλώνεται γρήγορα μέσω του Διαδικτύου, καθώς πολλοί άνθρωποι δεν θέλουν να εμβαθύνουν σε πραγματικά γεγονότα. Οι συμπεριφορές μίσους είναι η βενζίνη για τον κινητήρα της Λέγκα, που θέλει να επιβάλει την ιδέα ότι η αλληλεγγύη απέναντι στους μετανάστες είναι ένα έγκλημα κατά των Ιταλών.

Ο ρόλος του «θηρίου»

Η μεγέθυνση της Λέγκα δεν θα ήταν τόσο γρήγορη χωρίς την επιδέξια χρήση των κοινωνικών δικτύων, τα οποία προωθούν και αναδεικνύουν τον αρχηγό της. Ο Ματέο Σαλβίνι έχει την προσωπική του ομάδα για τη διαχείριση των λογαριασμών του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

«Bestia» (Τέρας) είναι το όνομα αυτής της ομάδας, της οποίας η δραστηριότητα χρηματοδοτείται από το κράτος, από τότε που ο ηγέτης της Λέγκα έγινε υπουργός Εσωτερικών. Σύμφωνα με το ερευνητικό περιοδικό L’Espresso, η ομάδα αυτή κοστίζει στον κρατικό προϋπολογισμό περίπου 1000 ευρώ την ημέρα. Ο Σαλβίνι δεν πληρώνει τίποτα ενώ απολαμβάνει μεγάλα οφέλη όσον αφορά στη δημοτικότητα: έχει 3.6 εκατ. «ακόλουθους» στο Facebook (είναι ο πρώτος μεταξύ των Ιταλών πολιτικών), 1.4 εκατ. στο Instagram και 1.1 εκατ. στο Twitter. Χάρη στα κοινωνικά δίκτυα, ο Σαλβίνι μπορεί να διαμοιράζεται σύντομα και απλά μηνύματα, αποφεύγοντας τις πολύπλοκες αναλύσεις.

Ο Luca Morisi, επικεφαλής της «Bestia», είναι αναγνωρισμένος εμπειρογνώμονας σε αυτόν τον τομέα. Επινόησε για τον Σαλβίνι το ψευδώνυμο «Il Capitano» (Ο Καπετάνιος): δίνει στους ανθρώπους την αίσθηση ότι είναι οπαδοί μιας μεγάλης νικηφόρας ομάδας ποδοσφαίρου, κάτι που πιάνει με ιταλούς ψηφοφόρους (το 1994 ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι ονόμασε το νέο του κόμμα «Forza Italia», που είναι, βασικά, ένα ποδοσφαιρικό σύνθημα).

Ο Σαλβίνι βρίσκεται συνεχώς σε μια ατέλειωτη προεκλογική εκστρατεία, την οποία διαχειρίζεται με πιασάρικα συνθήματα όπως #nonmollo (#δενπαραιτούμαι) ή #portichiusi (#κλειστάλιμάνια), όταν σχολιάζει ειδήσεις για το μεταναστευτικό. Στόχος του είναι να απλοποιήσει κάθε δήλωση όσο το δυνατόν περισσότερο, ανεξάρτητα από το αν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Για παράδειγμα, αποκαλεί όλους τους ανθρώπους που ταξιδεύουν με βάρκες προς την Ιταλία «clandestini» (λαθρομετανάστες), ανεξάρτητα από το αν δικαιούνται να διεκδικήσουν άσυλο.

Ένα άλλο σημαντικό σημείο της προπαγάνδας του Σαλβίνι σχετίζεται με τη δημόσια εικόνα του: Ο επικεφαλής της Λέγκα θέλει να φαίνεται σαν τον άνθρωπο της διπλανής πόρτας. Έτσι, προτιμά να φοράει συχνά πουλόβερ αντί κοστούμια, ή αρέσκεται να δημοσιεύει στα κοινωνικά δίκτυα φωτογραφίες με το πρωινό του, το οποίο περιλαμβάνει Nutella. Θα μπορούσε να φαίνεται αστείο, αλλά είναι στοιχείο μιας πολύ προσεκτικής στρατηγικής να εμφανιστεί ως «συνηθισμένος άνθρωπος» που αγωνίζεται ενάντια στους παρωχημένους πολιτικούς, τους άκαρδους οικονομολόγους και τους αποκομμένους από την πραγματικότητα, διανοούμενους.

Εξίσου σημαντικό είναι ότι το όνομα του Σαλβίνι εμφανίζεται παντού, συνέχεια: ο Ιταλός υπουργός Εσωτερικών έχει εκφέρει γνώμη για το ποδόσφαιρο, τον νικητή ενός μουσικού φεστιβάλ, για μια δημοφιλή τηλεοπτική εκπομπή, ακόμη και για την ημέρα του Αγίου Βαλεντίνου. Η τεράστια δημοτικότητά του κάνει κάθε δήλωσή του να παίζει στα ηλεκτρονικά μέσα. Κατά συνέπεια, ακόμα και τα Μέσα που εναντιώνονται στη Λέγκα, δημοσιεύουν κάθε εβδομάδα περιεχόμενο σχετικό με κάτι που είπε ο Ματέο Σαλβίνι. Η άνοδος του στο διαδίκτυο μοιάζει να είναι ασταμάτητη.

Μια ανήθικη κοινωνία

«Πώς μπορεί ένας καλός χριστιανός να ψηφίσει τον Σαλβίνι;» αναρωτιέται ο Μίμο Λουκάνο, δήμαρχος του Riace, ενός χωριού στη νότια Ιταλία, που εδώ και χρόνια αποτελεί πρότυπο καλής υποδοχής μεταναστών. Ο Λουκάνο ελέγχεται για διευκόλυνση της παράτυπης μετανάστευσης και βρίσκεται σε διαθεσιμότητα.

Για πολλούς, είναι θύμα μιας πολιτικής δίκης: ο Lucano είναι «ένοχος» για την προστασία των πιο ευάλωτων ανθρώπων και για την προώθηση ενός μοντέλου ενσωμάτωσης που έχει μελετήσει και υιοθετήσει, καθώς η προσφυγική κρίση στην Ευρώπη διευρύνεται. Η καταδίκη του θα είναι ένας τρόπος να ματαιωθεί ένα μήνυμα αρμονικής συνύπαρξης.

Κατά τη διάρκεια ενός συνεδρίου στο Cinisi, κοντά στο Παλέρμο, ο Λουκάνο είπε κάτι που έχει επαναλάβει πολλές φορές σε όλη την Ιταλία: «Ο Σαλβίνι συνέβαλε στη δημιουργία ενός κλίματος μίσους και διαίρεσης σε αυτή τη χώρα. Σήμερα, φαίνεται να επικρατεί ένα ανήθικο πολιτικό σενάριο. Μας οδηγεί σε μια κοινωνία χωρίς ανθρώπινες αξίες. Δεν μπορούμε να το αφήσουμε να συμβεί».

More to read

Στήριξε την ανεξάρτητη δημοσιογραφία!

Η ερευνητική δημοσιογραφία απαιτεί χρόνο και πόρους που δεν διαθέτουμε πάντα. Για να μπορέσουμε να συνεχίσουμε να ελέγχουμε την εξουσία και να ασκούμε πίεση, χρειαζόμαστε τη βοήθειά σας.